γράφει ο

Βύρων Β. Δημητριάδης

 

 

“Βιβλιοθήκη ή βαριοπούλα. Με τη γνώση και την ελευθερία ή με τις κουκούλες και τη βία”, είπε ο Κούλης ως νεοφιλελεύθερος (νεοναζιστής) Πρωθυπουργός, συνεχίζοντας την προσπάθεια να διχάσει τον ελληνικό λαό στοχοποιώντας έτσι τον “εσωτερικό εχθρό”.

 

“...Τα διλήμματα -γράφει η Σοφία Βιδάλη καθηγήτρια εγκληματολογίας ( “ΕφΣυν” 30/5)- είναι εναλλακτικές μεταξύ τους προτάσεις που η μία είναι αντίθετη με την άλλη και δεν μπορούν να συνυπάρξουν.

 

Επομένως, θέτουν κάθε ενδιαφερόμενο ενώπιον της ανάγκης να επιλέξει το ένα ή το άλλο ενδεχόμενο και να δράσει ανάλογα.

 

Η συνύπαρξη δύο αντιτιθέμενων προτάσεων οδηγεί συνήθως σε μια σύγκρουση, στο πλαίσιο της οποίας το δίλημμα λύνεται, καθώς επικρατεί η μία ή η άλλη πρόταση.

 

Βέβαια αυτό αφορά δομικά προβλήματα μιας κατάστασης που η επίλυσή τους μπορεί να βασίζεται σε παραδοχές τελείως διαφορετικές και αντίθετες μιας κατάστασης.

 

Όμως υπάρχουν και διλήμματα που είναι εξ ορισμού αποπροσανατολιστικά ή ψευδοδιλήμματα, επειδή η επιλογή μεταξύ της μίας ή της άλλης πρότασης προϋποθέτει να έχουν πραγματωθεί άλλες συνθήκες για να μπορεί να μιλήσει κάποιος για δίλημμα και να θέσει τους ενδιαφερόμενους ενώπιόν του.

 

Τέτοια διλήμματα είναι αυτά που στο πλαίσιο της σημερινής επικαιρότητας προβάλλονται στον δημόσιο διάλογο με αφορμή τα γεγονότα στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και τη δημιουργία πανεπιστημιακής αστυνομίας... είναι ψευτοδιλήμματα και απλά δημιουργούν ένα σύννεφο σοβαροφάνειας για να καλύψουν άλλες ουσιαστικές παραμέτρους ιδεολογικού και οικονομικού χαρακτήρα... όπως είναι η στρατηγική της καταστολής... και η ανατροπή του δημοκρατικού Πανεπιστημίου...”.

 

Όπως και να 'χει, η κοινωνία των Ελλήνων γνωρίζοντας ότι τον Σεπτέμβρη του 2013 ο Κούλης ως υπ. Διοικητικής Μεταρρύθμισης του Αντωνάκη Σαμαρά, με υπ απόφαση (ΦΕΚ Β 2384/24/09/2013) έθεσε σε διαθεσιμότητα 94 βιβλιοθηκάριους  κλείνοντας στην ουσία τις βιβλιοθήκες των ΑΕΙ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Κούλης δεν είναι με τη “Βιβλιοθήκη”.

 

Γνωρίζοντας ακόμη το πώς ακριβώς διαμορφώθηκε ιστορικά η σχέση γνώσης-ελευθερίας, ότι, δηλαδή, ο άνθρωπος ως κοινωνικό ον που αυτοθεσμίζεται (Καστοριάδης) αυτοπεριορίζοντας εντελώς συνειδητά τις ατομικές του ελευθερίες προς χάριν των κοινωνικών ελευθεριών-υποχρεώσεων έχει συνδυάσει την κατάκτηση της γνώσης με την παραπέρα απελευθέρωσή του από ενστικτώδη -έως και μικροαστικά, αστικά- βιώματα, επίσης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Κούλης ούτε με τη “γνώση και την ελευθερία” είναι.

 

Έτσι κι αλλιώς, όπως πολύ περισπούδαστα δήλωσε ο ίδιος: “Είμαστε με τη συμμαχία της Δύσης, ερχόμαστε με τον Διαφωτισμό και εντασσόμαστε με την ελευθερία”!

 

Όμως, τι είναι ο “Διαφωτισμός” και ποια η σχέση του με την “ελευθερία” όταν από μέσα του ξεπήδησαν οι κάθε λογής φασισμοί και ο ναζισμός;

 

Την απάντηση τη δίνουν οι Κοινωνιολόγοι Ιστορικοί της Σχολής της Φρανκφούρτης, Μαξ Χορκχάιμερ και Τεοντόρ Αντόρνο στο βιβλίο τους “Η Διαλεκτική του Διαφωτισμού” που έγραψαν το 1944 -ας τους απολαύσουμε:

 

“...Αυτό που θέλαμε τελικά να κάνουμε δεν ήταν παρά μια απόπειρα να καταλάβουμε γιατί η ανθρωπότητα βούλιαζε σε μια καινούργια μορφή βαρβαρότητας αντί να εισέλθει σε αληθινά ανθρώπινες συνθήκες... Αν η προσεκτική διατήρηση και εξέταση της επιστημονικής κληρονομιάς είναι ουσιώδες μέρος της γνώσης -ιδιαίτερα εκεί όπου οι φανατικοί θετικιστές την παραδίδουν στη λήθη επειδή τους είναι άχρηστη ή ενοχλητική- στη τωρινή κατάρρευση του αστικού πολιτισμού όχι μόνο η επιστημονική δραστηριότητα αλλά και το ίδιο το νόημα της επιστήμης έχει γίνει προβληματικό.

 

Αυτό που εγκωμιάζουν υποκριτικά οι σιδερένιοι φασίστες και αυτό που εφαρμόζουν στην πράξη απλοϊκά οι δουλικοί ειδήμονες του ανθρωπισμού είναι η ακατάπαυστη αυτοκαταστροφή του διαφωτισμού...

 

Όταν η δημόσια ζωή έχει φτάσει σ' ένα στάδιο όπου η σκέψη μεταμορφώνεται αναπόδραστα σε εμπόρευμα και η γλώσσα σε μέσο προώθησης του εμπορεύματος αυτού, η προσπάθεια παρακολούθησης της πορείας της διαφθοράς αυτής πρέπει να απορρίψει οποιαδήποτε υποταγή στις τρέχουσες γλωσσολογικές και θεωρητικές απαιτήσεις, πριν την καταστήσουν αδύνατη οι συνέπειές τους...

 

Δεν υπάρχει ούτε μια έκφραση που να μην τείνει να συμμορφωθεί με τα κυρίαρχα ρεύματα της σκέψης, και αυτό που δεν κάνει από μόνη της η υποτιμημένη γλώσσα το κάνουν με ακρίβεια οι κοινωνικοί μηχανισμοί...

 

Φιλοδοξία του εκπαιδευτικού συστήματος, παρά τις ευεργετικές μεταρρυθμίσεις, μοιάζει να είναι η πλήρης εκμηδένιση των ρόλων τους.

 

Το εκπαιδευτικό αυτό σύστημα, επειδή πιστεύει πως χωρίς έναν αυστηρό περιορισμό στην επαλήθευση των γεγονότων και στον υπολογισμό των πιθανοτήτων το γνωστικό πνεύμα θα ήταν πολύ εκτεθειμένο στον τσαρλατανισμό και στη δεισιδαιμονία, ετοιμάζει έναν αποστειρωμένο χώρο διψασμένο για δεισιδαιμονία και τσαρλατανισμό.

 

...Στον βαθμό που οι άνθρωποι δεν έχουν υποκύψει ακόμη σ' αυτήν την παραφροσύνη, οι μηχανισμοί της εσωτερικής και εξωτερικής λογοκρισίας θα τους αφαιρέσουν κάθε μέσο αντίστασης...

 

Κάθε πνευματική αντίσταση που συναντάει, ενισχύει απλώς τη δική του δύναμη -πράγμα που σημαίνει ότι ο διαφωτισμός είναι ολοκληρωτικός... είναι πιο ολοκληρωτικός από οποιοδήποτε άλλο σύστημα...”.

 

Αλήθεια, ποιος μπορεί να είναι σήμερα ο “αποστειρωμένος χώρος ο διψασμένος για δεισιδαιμονία και τσαρλατανισμό”;

 

Τι θα λέγατε να χαρακτηρίζαμε τη δήλωση της Κεραμέως, με το που ανέλαβε το υπ. Παιδείας: “Καλώ τους ιεροδιδασκάλους να με βοηθήσουν...” ως τον απόλυτο ορισμό της δεισιδαιμονίας.

 

Και για τη δήλωσή της με αφορμή τον εορτασμό του “ΟΧΙ”: “...Ο στρατός μας πολέμησε τον λαϊκισμό...” ως τσαρλατανισμό χειρίστου είδους.

 

Εάν συμφωνούμε με τους χαρακτηρισμούς σημαίνει ότι έχουμε βρει και τον “αποστειρωμένο χώρο” που δεν είναι άλλος από τον εγκέφαλο της Κεραμέως.

 

Όπως και τα “διλήμματα” του Κούλη δείχνουν τον εγκέφαλό του ως έναν ακόμη “αποστειρωμένο χώρο”.

 

Σοβαρά τώρα: την εξέλιξη της “Φιλοδοξίας (του διαφωτισμένου) εκπαιδευτικού συστήματος” περιγράφει με άρθρο της στην “ΕΠΟΧΗ” 4/6/2022, η Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στο ΑΠΘ, Ιφιγένεια Καμτσίδου:

 

“...Η σχέση ελευθερίας και ασφάλειας αποτελεί ένα πολυσυζητημένο θέμα στο Δίκαιο.

 

Έτσι, είναι πια αυτονόητο ότι χωρίς δημόσια ασφάλεια, τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους, ιδιαίτερα την απειλή της εξουθένωσής τους από τους κοινωνικοοικονομικά ισχυρούς, αλλά και ότι η δημόσια τάξη είναι εκείνη η κατάσταση κοινωνικής ειρήνης όπου όλοι οι άνθρωποι μπορούν να απολαμβάνουν ακαταγώνιστα και ισότιμα τα δικαιώματά τους.

 

Για τον λόγο αυτό, η “τάξη και ασφάλεια” δεν μπορούν να προσδιοριστούν εκτός τόπου και χρόνου.

 

Αντίθετα -πρέπει να- προσδιορίζονται ειδικά για καθένα πεδίο κοινωνικοπολιτικών σχέσεων, με αναγωγή στις πτυχές της προσωπικής και συλλογικής αυτονομίας που αναπτύσσονται στο εσωτερικό του.

 

Τούτη η φιλελεύθερη και δημοκρατική πρόσληψη της ασφάλειας στήριξε την παλιά ευρωπαϊκή παράδοση για το πανεπιστημιακό άσυλο, σύμφωνα με την οποία αρμόδια για την εύτακτη λειτουργία των πανεπιστημίων είναι αποκλειστικά τα όργανα που ασκούν τη διοίκησή του.

 

 

Με άλλα λόγια, για να εκπληρώσει το πανεπιστήμιο την αποστολή του, για να επιτυγχάνεται η κριτική εξοικείωση των φοιτητών με τις μεθόδους και τα διδάγματα της επιστήμης τους, το κράτος δεν νομιμοποιείται να επιβάλλει τη γενικώς κρατούσα άποψη περί “ασφάλειας” στους χώρους όπου πραγματοποιούνται η διδασκαλία και η έρευνα...

 

Ωστόσο, η εκσυγχρονιστική και δημοκρατική επίδραση του πανεπιστημίου στον κοινωνικό σχηματισμό ενοχλεί.

 

Ενοχλεί τους ιδεοληπτικά προσκολλημένους στα νεοφιλελεύθερα δόγματα, που επιδιώκουν τη μετάλλαξη του νεανικού ανθρώπινου δυναμικού σε διά βίου “καταρτίσιμους” φορείς δεξιοτήτων και τη μετεξέλιξη της ανώτατης εκπαίδευσης σε υπηρέτη της παραπαίουσας “αγοράς”.

 

Ενοχλεί τους νεο-ολογαρχικούς που υπό τον μανδύα της “αριστείας” επιχειρούν να καλύψουν τη δυσανεξία σε κάθε κριτική στάση.

 

Ενοχλεί την κυβέρνηση, που έχοντας στηρίξει την εκλογική επιτυχία της στο δόγμα “Νόμος και τάξη”, αξιοποιεί το υποτακτικό σύστημα των ΜΜΕ για να καταδείξει τα Πανεπιστήμια ως χώρο ανομίας και εγκληματικότητας.

 

Το Πανεπιστήμιο, λοιπόν, πρέπει να αλλάξει και για να αλλάξει μπαίνει κάτω από αστυνομική επιτήρηση και καταστολή...”.

 

Η επικαιροποίηση των επιστημονικών συμπερασμάτων του 1944 αποκαλύπτει το νεοναζιστικό ιδεώδες που πλημμυρίζει τον “αποστειρωμένο -εν κρανίω- χώρο” του διαφωτισμένου Κούλη και της ελιτείας του.