γράφει ο
Βύρων Β. Δημητριάδης
“...Μετά τη σημερινή εξέλιξη ένα είναι βέβαιο! Ότι δεν κρατάνε πλέον ούτε τα προσχήματα...”, δήλωσε η Πρόεδρος του Συλλόγου των συγγενών των θυμάτων των Τεμπών, η Μαρία Καρυστιανού, μπροστά στο νέο πραξικόπημα της δικαστικής εξουσίας.
Μετά από όσα έχουν συμβεί το να θεωρεί τη “σημερινή εξέλιξη” ως κάτι το ιδιαίτερο σημαίνει ότι δεν έχει χάσει τις ελπίδες της ότι κάτι διαφορετικό μπορεί να προκύψει από την πλευρά της κυβέρνησης των οικονομικών δολοφόνων που μείωσαν τα έξοδα για να αυξήσουν τα έσοδα των τρένων.
Ίσως θέλει να πιστεύει ακόμη στις διαδικασίες συναίνεσης, που γεφύρωναν το ασύμβατο φιλελευθερισμού-δημοκρατίας, ενώ ήδη επικρατεί το καθεστώς χειραγώγησης -και μάλιστα της εκδικητικής χειραγώγησης (βλέπε υπόθεση Novartis).
“Από την κατασκευή συναίνεσης στις νέες μορφές χειραγώγησης” ειναι ο τίτλος ενός συλλογικού άρθρου στην “ΕφΣυν” 7/8 που λέγοντας τα πράγματα με το όνομά τους τα τοποθετεί στη σωστή θέση:
“...Μια σειρά σημαντικοί μετασχηματισμοί φαίνεται ότι υπονομεύουν δραματικά τις διαδικασίες διασφάλισης της πολύτιμης συναίνεσης. Οι μετασχηματισμοί αυτοί υπογραμμίζουν την πρωτόγνωρη ισχύ των δυνάμεων της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης, συγκλίνουν σε θεσμικές, νομικές, λειτουργικές πρακτικές που υπονομεύουν τα όποια κεκτημένα των φιλελεύθερων αντιπροσωπευτικών δημοκρατιών...
Η σαφής τάση των οικονομικών ελίτ για την άμεση και αδιαμφισβήτητη διαχείριση και της πολιτικής/κυβερνητικής εξουσίας δεν αποτελεί μόνο ένδειξη της ασυμβατότητας δημοκρατίας και καπιταλισμού αλλά και την πλήρη αδιαφορία ακόμα και για τις τυπικές θεσμικές δημοκρατικές διαδικασίες...
Στο πλαίσιο αυτό η πρακτική διασφάλιση της συναίνεσης... μετασχηματίζεται σε χειραγώγηση, η οποία ομοιάζει περισσότερο με “εθελοδουλεία” παρά με απλώς ελεγχόμενη συναίνεση...
...Σε αυτή τη συνθήκη, μόνο υπερβολή δεν είναι ότι ο “...νεοφιλελευθερισμός...”, ο καπιταλισμός της εποχής μας, “...επιχειρεί μια ανθρωπολογική αλλαγή, να παραγάγει έναν νέο τύπο ανθρώπου κατ' εικόνα και ομοίωση της δικής του αντίληψης...” (Η. Ιωακειμόγλου “ΕφΣυν” 28/7)...”.
Σε αυτό το σημείο μια παρένθεση είναι απαραίτητη ώστε να δούμε τι μη υπερβολικό έγραψε ο Ιωακειμόγλου στο άρθρο του με τίτλο: “Ο νεοφιλελευθερισμός ως ανθρωπολογική μετάλλαξη”:
“...Ο νεοφιλελευθερισμός επιχειρεί μια ανθρωπολογική αλλαγή, να παραγάγει έναν νέο τύπο ανθρώπου... τον homo oeconomicus, ενός φαντασιακού όντος που θέτει τον ορθολογισμό του στην υπηρεσία του εγωισμού του και της απληστίας του, ενός όντος που υποτίθεται ότι αποτελεί την ουσία αυτού που τελικά είμαστε όλοι μας.
Αυτή η παραδοχή, ότι τέτοιοι είμαστε, τείνει να λειτουργήσει ως αυτοπραγματοποιούμενη προφητεία: εάν πιστέψουμε ότι έτσι είναι οι άνθρωποι, επομένως και εμείς οι ίδιοι, θα πράττουμε κι εμείς ως εγωιστικά και ανήθικα όντα που επιδιώκουν, με απολύτως ορθολογικό τρόπο, αποκλειστικά το ατομικό τους συμφέρον...”.
(Τόσο ο Η. Ιωακειμόγλου όσο και οι Α. Βασιλείου, Γιάννος Θανουσέσκου, Ρ. Κάμμερ, Ι. Σινιγαλιά και Μ. Σπουρδαλάκης έρχονται να επιβεβαιώσουν την εκτίμηση ότι ο χώρος της Ιστορικής Επιστήμης και οι διανοούμενοί της αργούν να συλλάβουν, να διατυπώσουν και να μετουσιώσουν ριζοσπαστικές δημοκρατικές ιδέες που σήμερα προβάλλουν από τις ρωγμές του συστήματος).
Ιδού, λοιπόν, τι πραγματικά συμβαίνει: το καθεστώς χειραγώγησης στοχεύει στην “εθελοδουλεία του homo oeconomicus” -γεγονός που όμως προϋποθέτει κι άλλες πρακτικές όπως σωστά επισημαίνεται στο συλλογικό κείμενο:
“... Η “επιτυχία” αυτή της κοινωνικό-πολιτικής ελίτ στηρίζεται εν πολλοίς στις παρακάτω πρακτικές:
a) Στην επιβολή μιας Σμιτιανής λογικής για την πολιτική (Carl Smidt, Γερμανός Πολιτειολόγος) η οποία συγκροτείται από τον καθοριστικό διαχωρισμό “φίλων” και “εχθρών”, όπου ο ηγεμών είναι πάντα εκείνος που δυνάμει επιβάλλει κάθε φορά την “κατάσταση εξαίρεσης”.
b) Στη συστηματική συγκρότηση ενός “καθεστώτος αλήθειας”, όπου οι ελίτ δημόσιων και μη εξουσιαστικών μηχανισμών κάθε φορά ορίζουν τι είναι “αληθές και ορθό” και κατά συνέπεια ποιες αξίες και συμπεριφορές είναι αποδεκτές...
Σε αυτή τη συνθήκη εκείνο που αμφισβητείται πλέον δεν είναι μόνο τα τυπικά/συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα, αλλά και το “δικαίωμα να έχουμε δικαιώματα”...”.
Τώρα έχουμε ολοκληρωμένη την εικόνα της Σμιτιανής (ναζιστικής) αντίληψης κυβέρνησης του φυρερίσκου Μητσοτάκη: ο εχθρός, εδώ συγκεκριμένα το “κίνημα των Τεμπών”, το δίχως άλλο πρέπει να χειραγωγηθεί από την δικαστική εξουσία την οποία χρησιμοποιεί ως “μηχανισμό” που παραγάγει τον ανθρωπότυπο του νεοναζισμού.
Στη συνέχεια η Μαρία Καρυστιανού, μιλά για τη διαδικασία όπου η “... τότε Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Αδειλίνη αφαίρεσε την εποπτεία της ανάκρισης από την Προϊστάμενη της Εισαγγελίας Εφετών Λάρισας την κ. Αποστολάκη (που έχασε τον γιο της με πολύ περίεργο τρόπο) και την ανέθεσε στον Αντιεισαγγελέα εφετών κ. Τσόγκα... που πληροφορίες τον θέλουν κολλητό φίλο του κ. Β. Φλωρίδη (αντιεισαγγελέας σήμερα του Αρείου Πάγου) αδελφού του Υπουργού Δικαιοσύνης ο οποίος έγραψε άρθρο την Κυριακή 14/4 στην “Καθημερινή” ζητώντας την αυτεπάγγελτη άσκηση διώξεων κατά συγγενών που ασκούν κριτική ή μηνύουν τους δικαστές και εισαγγελείς...”.
Η ρουσφετολογική προαγωγή στον Άρειο Πάγο του αδελφού του συγκεκριμένου υπ. Δικαιοσύνης που θα μπορούσε να την εντάξει κανείς στο “... δεν κρατάνε πλέον ούτε τα προσχήματα...”, έχει στοιχεία κυνισμού που καθορίζουν την εκδικητική χειραγώγηση:
Γράφει ο Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Β. Φλωρίδης σε μια προσπάθεια να καλύψει την γύμνια των στόχων τους:
“...Γιατί το πρώτο προσόν που πρέπει να έχει ο δικαστικός λειτουργός είναι το ήθος του. Χωρίς αυτό δεν υφίσταται δικαστικό λειτούργημα, δεν υπάρχει απονομή δικαιοσύνης...”!!!
Σε τι είδους “ηθική” στηρίζεται σήμερα το καθεστώς των διορισμών ανώτερων και ανώτατων δικαστικών από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό που αποφασίζει ως Φύρερ;
Ο Β. Φλωρίδης αδυνατώντας να καλύψει την ανηθικότητα είπε την αλήθεια: η δικαστική εξουσία δεν έχει καμία σχέση με την δικαιοσύνη.
Η δικαστική εξουσία όχι μόνο δεν αποδίδει δικαιοσύνη αλλά την εμποδίζει με ποικίλους τρόπους.
Μέρος, βέβαια, της δικαστικής εξουσίας αποτελεί και η Βουλή για τις περιπτώσεις ευθύνης βουλευτών και υπουργών αλλά, όπως έχει αποδειχτεί, ούτε η Βουλή μπορεί ούτε θέλει να αποδώσει δικαιοσύνη.
Εδώ εκδηλώνεται το κοινό περί δικαίου αίσθημα από το οποίο βρίσκεται μακριά η δικαστική εξουσία και το πολιτικό σύστημα που αδιαφορούν, παρ' όλες τις αντιπολιτευτικές λοβιτούρες, για την εφαρμογή της δικαοσύνης.
Είναι καιρός πια να αποδυναμωθεί το εξαμβλωματικό ολιγαρχικό σύστημα διακυβέρνησης, με έντονα τα στοιχεία της ναζιστικής πολιτικής θεωρίας και πρακτικής, και η κοινωνία, ως πολιτική κοινωνία, να συμμετάσχει στις αποφάσεις και στον έλεγχο της εξουσίας.