Η φετινή επέτειος μνήμης της συμπλήρωσης 100 χρόνων από τη Μικρασιατική καταστροφή αναμόχλευσε στο νου των περισσότερων άσβεστες μνήμες από το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν. Ποτέ άλλοτε στην παγκόσμια ιστορία, ένας βίαιος εκπατρισμός ανθρώπων από τις εστίες τους, όπου διέμεναν και προόδευαν επί αιώνες, δεν σημάδεψε τόσο ανεξίτηλα τη μετέπειτα πορεία ολόκληρων γενεών. Ταυτόχρονα, σημάδεψε και την πορεία μιας ολόκληρης χώρας που είδε την κοινωνική εικόνα της να μεταβάλλεται και να μετεξελίσσεται από την εγκατάσταση χιλιάδων προσφύγων.

 

 

Η εύθραυστη αυτή ιστορική μνήμη, παρά τα εκατό χρόνια που πέρασαν, δεν μπορεί παρά να καταγράψει τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι χιλιάδες πρόσφυγες όλων των ηλικιών από τη στιγμή που εγκαταστάθηκαν στη νέα τους πατρίδα, μετά από ένα δύσκολο, επίπονο και πολλές φορές μοιραίο ταξίδι.

 

 

Την ίδια στιγμή, καταγράφει και το μεγαλείο αυτών των ανθρώπων που ξαναγεννήθηκαν μέσα από τις στάχτες τους καταφέρνοντας να ορθοποδήσουν, με το να μεταβάλλουν σταδιακά τη δύσκολη ζωή τους και από δακτυλοδεικτούμενοι μιας κοινωνίας, όπου όλοι τους αποστρέφονταν, να γίνουν επιφανή μέλη της, όταν πλέον κατάφεραν να μεγαλουργήσουν και να προσφέρουν σημαντικό και πλούσιο έργο.

 

 

Ένας τέτοιος σπουδαίος άνθρωπος κι ένας από τους βασικότερους αναμορφωτές του αγροτικού συνεταιριστικού κινήματος στη νεότερη Ελλάδα ήταν ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής. Ο άνθρωπος, που για πρώτη φορά κατάφερε αρχικά να οργανώσει τους πρόσφυγες συμπατριώτες του στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Ξάνθη, και στη συνέχεια να δημιουργήσει ένα σύγχρονο και αποδοτικό συνεταιριστικό κίνημα για ολόκληρη τη χώρα.

 

 

Χρόνια μετά την εγκατάσταση του ιδίου και της οικογένειάς του στην Ελλάδα θα τόνιζε με έμφαση ότι «οι πρόσφυγες μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο αποδείχθηκαν οι καλύτεροι συνεταιριστές. Οργανώθηκαν και συνέβαλαν στην πρώτη μεταπολεμική βιομηχανική ανάπτυξη με τα μεγάλα συνεταιριστικά εργοστάσια στην περιοχή της Ξάνθης, προσδίδοντας στην πόλη μια νέα αναπτυξιακή ταυτότητα».

 

 

«Η συμμετοχή των προσφύγων στο συνεταιριστικό κίνημα», υπογραμμίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Δρ Ιστορίας και επιστημονικός συνεργάτης της έδρας Ποντιακών Σπουδών του ΑΠΘ Θεοδόσης Κυριακίδης, «ήταν καθοριστική για τη διαμόρφωση και εδραίωσή του. Η προσφυγική οικογένεια του Αλέξανδρου Μπαλτατζή εγκαταστάθηκε σε ένα από τα ορεινά χωριά της Ξάνθης, προερχόμενη από το Σοχούμι, αλλά με απώτερη καταγωγή από την Τραπεζούντα και την Αργυρούπολη».

 

 

«Ανήσυχο πνεύμα ο ίδιος», συνεχίζει ο κ. Κυριακίδης, «με έντονη κοινωνική και πολιτική δράση, κατάφερε να ανοίξει νέους δρόμους στο αγροτικό συνεταιριστικό κίνημα, αξιοποιώντας τον εργασιακό μόχθο των παραγωγών προς όφελος κυρίως τον ίδιων και όχι των μεταπρατών εμπόρων που εκμεταλλεύονταν άγρια τον κόπο των αγροτών».

 

 

Ένα μουσείο φόρος τιμής στο έργο του Αλ. Μπαλτατζή

Το πατρικό σπίτι του μεγάλου Έλληνα συνεταιριστή, στο μικρό αλλά κατάφυτο Νεοχώρι της Ξάνθης, στην ορεινή περιοχή της Σταυρούπολης, φιλοξενεί από το 2016 το μουσείο «Αλέξανδρος Μπαλτατζής». Ένας μοναδικός χώρος, ελάχιστος φόρος τιμής στον σπουδαίο πολιτικό, που η προσφυγική καταγωγή του και οι πολλές δυσκολίες προσαρμογής στη νέα πατρίδα δεν τον εμπόδισαν να εξελιχθεί, να αναγνωριστεί και να διαπρέψει.

 

 

Το μουσείο, μικρό και άγνωστο ακόμα στους περισσότερους, φωλιασμένο στην άκρη του ορεινού και με λιγοστούς πλέον κατοίκους χωριού της Ξάνθης, αποτελεί μια πολύτιμη κιβωτό ιστορικής μνήμης. Δίνει το ερέθισμα σε όποιον το επισκέπτεται να ξεκινήσει την αναζήτηση για την πολυσήμαντη προσφορά του Αλέξανδρου Μπαλτατζή, όχι μόνο στους πρόσφυγες αλλά σε όλους σχεδόν τους Έλληνες.

 

 

Ο επισκέπτης, που τα βήματά του θα τον οδηγήσουν στο ισόγειο πετρόχτιστο σπίτι με την όμορφη αυλή και την προτομή του Αλέξανδρου Μπαλτατζή να δεσπόζει στο κέντρο της, έχει τη δυνατότητα να δει από κοντά ιστορικά τεκμήρια της εποχής όπου έζησε και έδρασε ο μεγάλος συνεταιριστής και να πληροφορηθεί για τη ζωή και το έργο του.

 

 

Δημοσιεύματα εφημερίδων της εποχής, που περιγράφουν την πολιτική κατάσταση της χώρας στην οποία πρωταγωνίστησε ο Αλέξανδρος Μπαλτατζής, χειρόγραφά του, προσωπικά του έγγραφα και της οικογένειάς του, όπως το διαβατήριό του κι ένα έγγραφο από την κοινότητα της ελληνικής παροικίας στο Σοχούμι προς τον πατέρα του, τον Μάρτιο του 1919, πλήθος φωτογραφιών αλλά και ένα ενδιαφέρον φιλμ από τη λαμπρή πολιτική του σταδιοδρομία, τους αγώνες του και την οικογενειακή του ζωή, σκιαγραφούν την προσωπικότητα του μεγάλου αυτού άντρα.

 

 

Δεν γνώριζε ελληνικά, αλλά αρίστευσε στη Νομική

Η Νίνα Ζωγράφου ήταν επί σειρά ετών η ιδιαιτέρα γραμματέας του. Συνεργάστηκε στενά μαζί του για είκοσι και πλέον χρόνια, καταγράφοντας από κοντά το σημαντικό πολιτικό και συνεταιριστικό έργο που υλοποίησε. Πρόσφυγας και η ίδια, ήρθε στην Ελλάδα μαζί με την οικογένειά της, το 1930, από το Σότσι της Μαύρης Θάλασσας. Συνδέονταν με στενούς συγγενικούς δεσμούς με την οικογένεια Μπαλτατζή.

 

 

Μέχρι σήμερα, η κ. Ζωγράφου, παρά τα 96 χρόνια που κουβαλάει, παραμένει ένας δραστήριος και ενδιαφέρον άνθρωπος με απόλυτη διαύγεια πνεύματος. Η κουβέντα μαζί της είναι καθηλωτική. Σε ταξιδεύει σε άγνωστες σελίδες της νεότερης και σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας. Μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, θυμάται τον φλογερό εκείνο άντρα που, όπως λέει, αν και δεν γνώριζε ούτε μια ελληνική λέξη ερχόμενος στην Ελλάδα, εντούτοις, έχοντας πείσμα και θέληση, κατάφερε να μάθει ελληνικά και να αριστεύσει στη Νομική Σχολή όπου σπούδασε. Εκφωνεί λόγους που εμψύχωναν τους συμπατριώτες του, προσφέροντάς τους πολύτιμη βοήθεια στην καλλιέργεια και την εμπορία του καπνού.

 

 

«Ο Αλέξανδρος», σημειώνει, «νέος ακόμα και έχοντας μπροστά του μια λαμπρή σταδιοδρομία στην πρωτεύουσα διορισμένος αρχικά στην Εθνική Τράπεζα και αργότερα αποσπασμένος στο υπουργείο Γεωργίας, επί Αλέξανδρου Παπαναστασίου και Αναστάσιου Μπακάλμπαση, αποφάσισε να παραιτηθεί και να επιστρέψει στην Ξάνθη για να βοηθήσει τους γονείς του και τους πρόσφυγες συμπατριώτες του, ανοίγοντας έτσι νέους δρόμους στο αγροτικό συνεταιριστικό κίνημα, με στόχο την αξιοποίηση και τη δικαίωση του μόχθου των παραγωγών, οι οποίοι ήταν θύματα άγριας και πολλαπλής εκμετάλλευσης».

 

 

«Το 1930», συνεχίζει η κ. Ζωγράφου, «εκλέγεται πρόεδρος στην Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισμών Ξάνθης. Είναι μόλις 26 χρονών, αλλά πανέτοιμος να σηκώσει το βαρύ φορτίο. Με την συνδρομή του Βασίλη Ιλαντζή αναδεικνύει την Ένωση Ξάνθης στην πιο δυναμική συνεταιριστική οργάνωση της χώρας. Ιδρύονται η Γεωργική Συνεταιριστική Τράπεζα και πρατήρια στα χωριά με είδη βιοτικής ανάγκης, γεωργικό εξοπλισμό και φυτοφάρμακα σε πολύ χαμηλές τιμές. Σε αυτή τη νεαρή ηλικία, ο Αλέξανδρος εκλέγεται για πρώτη φορά εκπρόσωπος των καπνοκαλλιεργητικών οργανώσεων της χώρας στη διάρκεια του πανελλήνιου συνεδρίου που πραγματοποιείται.

 

 

Η θέση αυτή αποτελεί μια μοναδική αναγνώριση του έργου και της προσφοράς του. Από εκεί και μετά ξεκινάει η λαμπρή καριέρα στον στίβο της πολιτικής και της συνεταιριστικής δράσης, όπου εκλέγεται πολλές φορές βουλευτής, διορίζεται υπουργός και συμβάλει καταλυτικά στην ίδρυση πολλών και μεγάλων συνεταιρικών οργανώσεων για να διευκολύνει τους αγρότες. Επιλέγοντας σε θέσεις - κλειδιά πάντα τους άριστους και τους καλύτερους, αδιαφορώντας για τις πολιτικές και ιδεολογικές του θέσεις, αρκεί να ήταν άξιοι και αποδοτικοί στη δουλειά τους».

 

 

Η προσφορά του Αλέξανδρου Μπαλτατζή στην Ελλάδα παραμένει ακόμα άγνωστη στους περισσότερους, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που γίνονται τα τελευταία χρόνια από το Κέντρο Μελετών που φέρει το όνομά του. Το μουσείο στην ορεινή Ξάνθη αποτελεί το «αντίδωρο» των συμπατριωτών του για την αγάπη που είχε ο ίδιος για την πατρίδα του, αλλά και απόδοση ελάχιστου φόρου τιμής στη μνήμη ενός σπουδαίου ανθρώπου και πολιτικού, εκ των βασικότερων αναμορφωτών του αγροτικού κινήματος στη σύγχρονη Ελλάδα.

 

Πηγή: makthes.gr