«Δεν πρέπει να περάσουν οι καταχρηστικές και εκδικητικές απολύσεις στα Λιπάσματα Καβάλας. Η αποτροπή τους είναι πολιτική ευθύνη και καθήκον της Κυβέρνησης», αναφέρει μεταξύ άλλων στην ανακοίνωσή της η Δημοκρατική Ανεξάρτητη Κίνηση Εργαζομένων (ΔΑΚΕ) Ιδιωτικού Τομέα. Πρόκειται για τη συνδικαλιστική παράταξη, που πρόσκειται στη Νέα Δημοκρατία.

 

Η ανακοίνωση της ΔΑΚΕ: 

 

«Από το 2015, η ΔΑΚΕ Ιδιωτικού Τομέα στέκεται στο πλευρό των εργαζομένων στα Λιπάσματα Καβάλας στηρίζοντας τον εμβληματικό και δίκαιο αγώνα τους. Οι καταχρηστικές, άλλωστε, εργοδοτικές πρακτικές του γνωστού «επιχειρηματία» Λαυρέντη Λαυρεντιάδη και η πρωτοφανής ακρότητά τους επέβαλαν και επιβάλλουν τη συστράτευση κάθε υγιούς συνδικαλιστικής δύναμης, καθώς και ολόκληρης της κοινωνίας των πολιτών στον εμβληματικό αυτό αγώνα.

 

Επί έξι ολόκληρα χρόνια, οι εργαζόμενοι με σύμβαση αορίστου χρόνου στοχοποιούνται και βιώνουν ένα ανελέητο εκδικητικό ανθρωποκυνηγητό με μοναδικό σκοπό την απόλυσή τους επειδή δεν δέχτηκαν το αδιανόητο, δηλαδή να μετατραπούν οι συμβάσεις τους από αορίστου σε ορισμένου χρόνου. Σαφής και διαχρονική επιλογή του εργοδότη είναι να μην απασχολείται – κατά παράβαση της εγχώριας και ευρωπαϊκής νομοθεσίας– κανένας εργαζόμενος με σύμβαση αορίστου χρόνου σε μια πολύ βαριά χημική βιομηχανία.

 

Το 2015, με ψευδείς μηνύσεις και ψευδομάρτυρες, πραγματοποιήθηκε η απόλυση 180 εργαζομένων χωρίς ούτε καν την νομίμως προβλεπόμενη αποζημίωση. Οι μεθοδεύσεις αποκαλύφθηκαν και τα κατηγορητήρια κατέπεσαν στη δικαιοσύνη . 

 

Το 2017, υπεγράφη Πρακτικό στο Υπουργείο Εργασίας που συμπεριλάμβανε την επιστροφή των εργαζομένων στη δουλειά του και τη δέσμευση της ELFE και κάθε άλλης εταιρείας που θα δραστηριοποιούνταν στις εγκαταστάσεις των Λιπασμάτων Καβάλας –οι οποίες σημειωτέον φυτρώνουν σαν «μανιτάρια» με αρχικό κεφάλαιο 24.000€– να σεβαστούν την εργασιακή σχέση και τα δικαιώματα των εργαζομένων με σύμβαση αορίστου χρόνου.

 

Το Δεκέμβριο του 2019, μια ακόμη «νεοεμφανιζόμενη» εταιρεία αρνήθηκε να αναλάβει την εν λόγω δέσμευση απαγορεύοντας, μάλιστα, την είσοδο των εργαζομένων στο Εργοστάσιο. 

 

Σήμερα, οι εργαζόμενοι αυτοί είναι και πάλι αντιμέτωποι με το φάσμα της απόλυσης, μέσα από διαδικασία ομαδικών απολύσεων που βρίσκεται στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας.

 

Η απορρύθμιση του νόμου περί ομαδικών απολύσεων από την προηγούμενη Κυβέρνηση το 2017 καθιστά επιτακτικά αναγκαία μια πολιτική λύση για την οποία έχουν δεσμευτεί τόσο ο Υπουργός Εργασίας, όσο και ο Πρωθυπουργός. Η υγιής επιχειρηματικότητα και οι υγιείς εργασιακές σχέσεις που αποτελούν κεντρικό ιδεολογικό διακύβευμα για την ΝΔ απαιτείται να φανούν και στην πολιτική πράξη σε ένα εξαιρετικά κρίσιμο ζήτημα που αφορά τη δουλειά 133 εργαζομένων, τη ζωή αυτών και των οικογενειών τους αλλά και την εύρυθμη λειτουργία ενός Εργοστασίου που καταστρέφεται από την έλλειψη της τεχνογνωσίας τους. Σύμφωνα με σχετικές εκθέσεις των αρμόδιων αρχών, ο μηχανολογικός εξοπλισμός των βιομηχανικών εγκαταστάσεων των Λιπασμάτων Καβάλας χαρακτηρίζεται από πλήρη απαξίωση με τον κίνδυνο σοβαρού ατυχήματος να ελλοχεύει.

 

Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, ότι αναζητούνται συνταξιούχοι προκειμένου να αποκαταστήσουν τεράστιες ζημιές που προκλήθηκαν από την κακή χρήση, την ώρα που οι πεπειραμένοι και με διαγνωσμένη τεχνογνωσία εργαζόμενοι διώκονται μαζικά…

 

Η Κυβέρνηση, λοιπόν, οφείλει να παρέμβει άμεσα και συντεταγμένα ώστε να αποτραπούν οι απολύσεις και οι 133 εργαζόμενοι να επιστρέψουν στις θέσεις εργασίας τους. Σε αυτό το πλαίσιο, με γνώμονα την αυτονόητη νομιμότητα και ουδετερότητα, καλείται να ενεργήσει επιτέλους και η Γενική Γραμματέας Εργασίας και Πρόεδρος του Α.Σ.Ε., κυρία Στρατινάκη, που με τη μέχρι τώρα αντιθεσμική της στάση προσφέρει καταφύγιο στην εργοδοτική πλευρά. 

 

Στη σημερινή συνεδρίαση, το Α.Σ.Ε. πρέπει να πράξει το καθήκον του απέναντι σε έναν «επιχειρηματία» χωρίς καμία φερεγγυότητα, σε μια επιχείρηση που δημιουργεί τεχνητά χρέη εκατομμυρίων € και κατ’ επέκταση σωρευμένες ανείσπρακτες οφειλές σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και του Ελληνικού λαού. 

 

Η ανοχή αυτή πρέπει να σταματήσει, οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να είναι τα εξιλαστήρια θύματα. Η Κυβέρνηση έχει την πολιτική ευθύνη να επιλέξει ανάμεσα στις καταχρηστικές πρακτικές Λαυρεντιάδη ή στην εργασιακή δικαιοσύνη και νομιμότητα.  Είναι ξεκάθαρο πως αν δεν αποτραπούν οι σχεδιαζόμενες εκδικητικές απολύσεις, ο αγώνας των εργαζομένων θα συνεχιστεί με την κοινωνία σύμμαχό τους».