Κοινοβουλευτική ερώτηση προς τους Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, κ. Μ. Βορίδη και Οικονομικών, κ. Χ. Σταϊκούρακατέθεσε, χθες 7 Αυγούστου 2019, ο Βουλευτής Π.Ε. Καβάλας της Νέας Δημοκρατίας, κ. Μακάριος Λαζαρίδης με θέμα «Ένταξη των κτηνοτρόφων του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α., στο κανονικό καθεστώς, λόγω de minimis».

 

Αφορμή για την κατάθεση της ερώτησης στάθηκε η ενημέρωση προς τον Βουλευτή από τους Κτηνοτροφικούς Συλλόγους της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης για το θέμα της έκτακτη ενίσχυση μέσω deminimis των αιγοπροβατοτρόφων της χώρας. Σύμφωνα με  το Σύλλογο, τα πρόβλημα που ανέκυψε είναι ότι λόγω της ενίσχυσης deminimis, η οποία δόθηκε ως αποζημίωση, πολλοί από τους αιγοπροβατοτρόφους ξεπέρασαν το όριο των 5.000 ευρώ με αποτέλεσμα να έχουν την υποχρέωση να ενταχθούν σε κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α., να τηρούν βιβλία εσόδων εξόδων, με το ανάλογο κόστος λογιστικής παρακολούθησης, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να καταθέσουν ετεροχρονισμένα και με πρόστιμα τις τριμηνιαίες δηλώσεις Φ.Π.Α., ενώ  ταυτόχρονα είναι υπόχρεοι του τέλους επιτηδεύματος.

 

Για να αποκατασταθεί η στρεβλότητα στα εισοδήματα των αιγοπροβατοτρόφων ο κ. Λαζαρίδης ρωτά τους αρμόδιους Υπουργούς κατά πόσο είναι εφικτό η συγκεκριμένη ενίσχυση να μην υπολογίζεται στο άθροισμα των επιδοτήσεων, αλλά να προσμετράτε ως αποζημίωση, καθώς και εφόσον αυτό πραγματοποιηθεί, με ποιο τρόπο μπορούν οι λογιστές των ενδιαφερομένων να προχωρήσουν σε διορθώσεις των ήδη κατατεθημένων φορολογικών δηλώσεων, προκειμένου να αποφευχθούν πρόστιμα τα οποία επιβαρύνουν την οικονομική κατάσταση των εν λόγων παραγωγών.

 

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης του κ. Λαζαρίδη:

 

ΕΡΩΤΗΣΗ

 

Προς:  Tον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Μ. Βορίδη

Tον Υπουργό Οικονομικών, κ. Χ. Σταϊκούρα

 

Θέμα: Ένταξη των κτηνοτρόφων του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α., στο κανονικό καθεστώς, λόγω de minimis.

 

Σύμφωνα με Κτηνοτροφικούς Συλλόγους της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης, για το έτος 2018 αποφασίστηκε από την προηγούμενη ηγεσία του ΥΠΑΑΤ, η έκτακτη ενίσχυση μέσω deminimisτων αιγοπροβατοτρόφων της χώρας. Η ενίσχυση αυτή αποτελούσε, στην ουσία, αποζημίωση για μέρος της οικονομικής ζημιάς που υπέστησαν οι αιγοπροβατοτρόφοι, λόγω των χαμηλών τιμών στο αιγοπρόβειο γάλα. 

 

Η εν λόγω ενίσχυση δόθηκε τοπικά για διάφορα είδη καλλιεργειών, όπως και για αιγοπροβατοτρόφους συγκεκριμένων περιοχών της χώρας, για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες που προέκυψαν, κυρίως λόγω ακραίων καιρικών φαινομένων, που είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής τους.

 

Οι ίδιοι θεωρούν το deminimisαποζημίωση και ως τέτοια δεν θα έπρεπε να προσμετράτε στο άθροισμα των επιδοτήσεων, καθώς το γεγονός αυτό δημιουργεί αλυσιδωτά οικονομικά βάρη στον κτηνοτρόφο. Σε μια από τις πολλές περιπτώσεις, κτηνοτρόφος που εισέπραξε deminimis900 ευρώ, τα οικονομικά βάρη που προκύπτουν για αυτόν, ξεπερνώντας τα 5.000 ευρώ επιδοτήσεων, είναι δυσανάλογα περισσότερα του ποσού που εισέπραξε σαν αποζημίωση, για την οικονομική ζημιά που υπέστη το 2018, από την πτώση της τιμής στο αιγοπρόβειο γάλα. 

 

Ωστόσο, στη διαδικασία κατάθεσης των φορολογικών δηλώσεων των κτηνοτρόφων, πολλοί από αυτούς που λαμβάνουν επιδοτήσεις κάτω των 5.000 ευρώ φαίνεται να ξεπερνούν το όριο αυτό, λόγω του ενίσχυσης deminimis. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι σε αυτές τις περιπτώσεις που ξεπερνούν τις 5.000 ευρώ, οι κτηνοτρόφοι έχουν την υποχρέωση να ενταχθούν σε κανονικό καθεστώς Φ.Π.Α., να τηρούν βιβλία εσόδων εξόδων, με το ανάλογο κόστος λογιστικής παρακολούθησης, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να καταθέσουν ετεροχρονισμένα και με πρόστιμα τις τριμηνιαίες δηλώσεις Φ.Π.Α., ενώ ταυτόχρονα είναι υπόχρεοι του τέλους επιτηδεύματος.

 

Με δεδομένο ότι το συγκεκριμένο θέμα αφορά μεγάλο αριθμό γεωργών και κτηνοτρόφων του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α., ερωτώνται οι Υπουργοί:

 

Κατά πόσο είναι εφικτό η συγκεκριμένη ενίσχυση να μην υπολογίζεται στο άθροισμα των επιδοτήσεων, αλλά να προσμετράτε ως αποζημίωση. 
Εάν αυτό καθίσταται εφικτό, με ποιο τρόπο μπορούν οι λογιστές των ενδιαφερομένων να προχωρήσουν σε διορθώσεις των ήδη κατατεθημένων φορολογικών δηλώσεων, προκειμένου να αποφευχθούν πρόστιμα τα οποία επιβαρύνουν την οικονομική κατάσταση των εν λόγων παραγωγών.