Νέα τροπή παίρνει η πολύκροτη, διπλή, υπόθεση των 4 ανθρωποκτονιών σε Καβάλα και Θάσο, η οποία εκδικάστηκε και χθες Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018, στο Μικτό Ορκωτό - Πενταμελές Εφετείο Θράκης. Ο κατηγορούμενος δεν μπορεί να αποδείξει τα άλλοθί του ενώ υπάρχει μαρτυρία που τον συσχετίζει με το όπλο των ανθρωποκτονιών. Οι δε αλλαγές μαρτυριών προκάλεσαν αίσθηση (δείτε παρακάτω λεπτομέρειες για τα άλλοθι, το όπλο και τις αλλαγές στις καταθέσεις). 

 

Πρόκειται για το τριπλό φονικό της Θάσου (2001) και τη δολοφονία Σιδηρόπουλου στην Καβάλα (2002), με τις δύο υποθέσεις να έχουν συγχωνευτεί σε μία, καθώς διαπιστώθηκε χρήση του ίδιου όπλου στις 2 από τις 4 ανθρωποκτονίες.

 

Κατηγορούμενος είναι γνωστός Καβαλιώτης επιχειρηματίας

 

Στην πολύκροτη αυτή δίκη φαίνεται ότι έχουν συγκεντρωθεί, συνδυαστεί και συσχετιστεί πολλές μαρτυρίες που περιγράφουν σχέσεις, διενέξεις και έχθρες από τις οποίες προκύπτει γνωριμία θυμάτων - κατηγορούμενου. Περισσότερο από όλα φαίνεται να έχουν βαρύτητα οι απειλές και προειδοποιήσεις που υπήρξαν, για τις οποίες υπάρχουν διαφορετικές μαρτυρίες. 

 

ΟΛΑ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗ & ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΤΡΕΠΟΥΝ ΔΕΔΟΜΕΝΑ 

Οι δύο υποθέσεις ανθρωποκτονιών εκδικάστηκαν για πρώτη φορά ως μια ενιαία υπόθεση το 2014 στη Δράμα, με το δικαστήριο να απαλλάσσει τότε τελικά τον βασικό κατηγορούμενο λόγω αμφιβολιών. Το Εφετείο Θράκης ωστόσο άσκησε στη συνέχεια έφεση και η υπόθεση άνοιξε από την αρχή καθώς θεωρεί ότι υπήρχαν ενδείξεις και στοιχεία που δεν εξετάστηκαν ενδελεχώς

 

Στο μεταξύ, προέκυψαν και νέα στοιχεία, νέοι μάρτυρες αλλά και αλλαγή καταθέσεων από αρκετούς παλιούς μάρτυρες. Όπως έγραψε το KavalaNews.GR προ ημερών, όταν άρχισε η εκδίκαση της έφεσης στην Κομοτηνή, τα νέα στοιχεία έκαναν την πρόεδρο του δικαστηρίου να αναφωνήσει «άνοιξαν οι ουρανοί εδώ σήμερα». 

 

Για το λόγο αυτό κλήθηκαν να καταθέσουν -και αν αρνηθούν να προσαχθούν βιαίως- μάρτυρες οι οποίοι θα μιλήσουν για πρώτη φορά ενώπιον του δικαστηρίου. 

 

Ο κατηγορούμενος από την Καβάλα δεν εμφανίστηκε στο δικαστήριο καθώς αναζητείται από την αστυνομία για άλλη υπόθεση που τον βαρύνει με ποινή φυλάκισης και διαφεύγει της σύλληψης. 

 

ΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ & ΤΑ ΟΠΛΑ

Στην Καλλιράχη, το Σάββατο 16 Ιουνίου 2001, μεταξύ 17:30-18:30 δολοφονήθηκαν οι Γιάννης Κουλούσης, Κυριάκος Αθανασάς και Γιώργος Χαλκίδης, μέσα στην κατοικία του πρώτου. Μην έχοντας δώσει σημεία ζωής μέσα στο Σαββατοκύριακο, οι συγγενείς τους απευθύνθηκαν στην αστυνομία. 

 

Ο πρώτος αστυνομικός που έφτασε στο εξοχικό τα ξημερώματα της 18ης Ιουνίου βρήκε νεκρούς στη βεράντα τον ιδιοκτήτη του σπιτιού Γιάννη Κουλούση και τον φίλο του Γιώργο Χαλκίδη. Λίγο πιο κάτω, μέσα στον ελαιώνα του σπιτιού, εντοπίστηκε ο Κυριάκος Αθανασάς ο οποίος εκείνη την ώρα είχε κατέβει από τη σκάλα της βεράντας και κατευθυνόταν προς το αυτοκίνητο για άγνωστο λόγο. 

 

Κουλούσης και Χαλκίδης δολοφονήθηκαν με το ίδιο όπλο ενώ ο Αθανασάς με ένα άλλο. Και τα δύο όπλα ήταν των 9 χιλιοστών. Και τα τρία θύματα, εκτός από πυροβολισμούς στο θώρακα και το λαιμό, δέχθηκαν και «χαριστικές βολές» στο κεφάλι. 

 

ΠΩΣ ΣΥΝΔΕΘΗΚΑΝ ΟΙ 2 ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ 

Η δικογραφία αναφέρει ότι το ίδιο όπλο που χρησιμοποιήθηκε για τη δολοφονία Αθανασά χρησιμοποιήθηκε και στη δολοφονία Σιδηρόπουλου το επόμενο έτος. Ο Σιδηρόπουλος βρέθηκε νεκρός το βράδυ της 27ης Ιουλίου 2002. Ο κατηγορούμενος και το θύμα είχαν τελευταία τηλεφωνική επικοινωνία στις 6 το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Γενικά, ο κατηγορούμενος φέρεται να επικοινωνούσε με το θύμα με 6 διαφορετικά κινητά τηλέφωνα, δηλωμένα σε ονόματα άλλων προσώπων. 

 

Η δικογραφία περιγράφει με λεπτομέρειες μια υπόθεση διένεξης για νυχτερινά καταστήματα, με πολλά ονόματα και λεπτομέρειες. Για την υπόθεση του δολοφονημένου Σιδηρόπουλου αναφέρει ότι είχε σχετική οικονομική διαφορά με τον κατηγορούμενο για τη διαχείριση νυχτερινού κέντρου στην Καβάλα. Λέει επίσης ότι κατηγορούμενος θα έκλεινε ραντεβού με τον Σιδηρόπουλο για να λύσουν τη διένεξη. 

 

ΤΙ ΕΔΕΙΞΕ Η ΑΡΣΗ ΤΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΟΥ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ 

Η δικογραφία αναφέρει λεπτομέρειες που προέκυψαν μετά την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, συνδυασμένες με μαρτυρίες των εμπλεκόμενων και καταλήγει στο εξής: το βράδυ του ραντεβού, ο Σιδηρόπουλος ξυλοκοπήθηκε άγρια από τον κατηγορούμενο και πιθανό συνεργό του, οι οποίοι μετά επιχείρησαν να τον πετάξουν στη θάλασσα στην περιοχή της Καλαμίτσας ή να τον βάλουν σε σκάφος που βρισκόταν στο λιμανάκι στην περιοχή του ξενοδοχείου Lucy και να τον εξαφανίσουν στα ανοιχτά. 

 

Ο Σιδηρόπουλος ωστόσο κατόρθωσε να ξεφύγει, τον καταδίωξαν και τον εκτέλεσαν με όπλο 9 χιλιοστών. Βρέθηκε δεμένος πισθάγκωνα με πλαστική δέστρα σε πολυκατοικία στην οδό Πρωτόπαπα. Το πτώμα του έφερε πέντε σφαίρες, μια εκ των οποίων η «χαριστική βολή». 

 

Σύμφωνα με τη βαλλιστική εξέταση, το όπλο που σκότωσε τον Σιδηρόπουλο στην Καβάλα ήταν το ίδιο με αυτό που σκότωσε τον Αθανασά στην Καλλιράχη (το τρίτο δηλαδή θύμα του τριπλού φονικού της Θάσου). 

 

Η ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΛΗΣΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΠΟΛΗ 

Ο κατηγορούμενος, σήμερα, για τις 3+1 δολοφονίες, λίγους μήνες μετά τη δολοφονία Σιδηρόπουλου, είχε συλληφθεί με την κατηγορία ένοπλης ληστείας σε τραπεζικό υποκατάστημα στην Ελευθερούπολη, υπόθεση για την οποία καταδικάστηκε σε 11ετή κάθειρξη. 

 

Σε έρευνα που έγινε στο σπίτι του βρέθηκε μια άδεια πιστολιού Heckler & Koch 9 χιλιοστών το οποίο ανήκε σε αστυνομικό της Καβάλας. Μαζί είχε βρεθεί και το κουτί που είχε αγοραστεί το όπλο όπως και φωτοτυπία ταυτότητας τού αστυνομικού. 

 

Το ίδιο το όπλο δεν βρέθηκε, αλλά από την εργαστηριακή ανάλυση των καλύκων που συλλέχθηκαν από τον τόπο των εγκλημάτων, αποδείχθηκε ότι ανάλογο όπλο είχε χρησιμοποιηθεί και για στις δυο υποθέσεις δολοφονιών. Για πολλούς λόγους που αναφέρονται αναλυτικά στη δικογραφία, η Δικαιοσύνη θεωρεί ότι "καθίσταται άκρως πιθανή η εμπλοκή του όπλου" του αστυνομικού στις δολοφονίες. 

 

ΚΑΤΕΘΕΣΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ Ο ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ & ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ ΤΟΥ ΟΠΛΟΥ 

Ο συγκεκριμένος αστυνομικός (πρώην πλέον) που κλήθηκε για πρώτη φορά να καταθέσει στο Μικτό Ορκωτό – Πενταμελές Εφετείο Θράκης είπε ότι είχε αγοράσει το όπλο και το είχε δώσει στον κατηγορούμενο να του το φτιάξει, γιατί παρουσίαζε κάποιο πρόβλημα. 

 

«Του το ζήτησα επανειλημμένως αλλά δεν μου το έδινε πίσω, μου έλεγε ποιο όπλο;» είπε ο μάρτυρας. Η απάντηση του εισαγγελέα ήταν «Δεν σας πιστεύω, μήπως σας έβαλε ο κατηγορούμενος να το αγοράσετε για εκείνον;» 

 

Ο μάρτυρας επέμεινε πως του το είχε δώσει για επισκευή, με τον εισαγγελέα να του απαντάει «Όταν μας χαλάει κάτι το βάζουμε σε μια σακούλα ή το τυλίγουμε σε ένα χαρτί και το πάμε για φτιάξιμο. Δεν δίνουμε όλο το κουτί μαζί με φωτοτυπία της ταυτότητάς μας». 

 

“ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΙ ΕΔΙΝΑΝ ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ!”

Η έδρα έμεινε… με το στόμα ανοιχτό όταν ο μάρτυρας είπε πως σχεδόν όλοι οι αστυνομικοί έδιναν τα όπλα τους στον συγκεκριμένο κατηγορούμενο …για να τα φτιάξει. Μάλιστα ο μάρτυρας ρωτήθηκε αν έδιναν τα όπλα τους να τους τα φτιάξει ένας άνθρωπος με τελείως άσχετη επιχειρηματική δραστηριότητα. 

 

Ο μάρτυρας ανέφερε πάντως στο δικαστήριο πως ο κατηγορούμενος μπαινόβγαινε στην αστυνομία πολύ συχνά. «Ήταν πληροφοριοδότης της αστυνομίας, έπινε καφέ με διοικητές» είπε χαρακτηριστικά. 

 

ΤΑ ΑΛΛΟΘΙ ΔΕΝ ΣΤΗΡΙΖΟΝΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΣΕ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ 

Τα άλλοθι που επικαλείται ο κατηγορούμενος, τόσο για την υπόθεση της Καλλιράχης όσο και για την υπόθεση της Καβάλας, δεν στηρίζονται πλέον σε μαρτυρίες. 

 

Για τη Θάσο, ο πρώτος άνθρωπος που επικαλείται ο κατηγορούμενος ως άλλοθι δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή και ουδέποτε είχε καταθέσει στην αστυνομία για να υπάρχει καταγεγραμμένη η δική του εκδοχή. 

 

Το δεύτερο άλλοθι είναι γνωστός Θάσιος που ναι μεν επιβεβαιώνει συνάντηση με τον κατηγορούμενο την ημέρα του τριπλού φονικού αλλά λέει ότι αυτή έγινε αρκετές ώρες μετά το εκτιμώμενο από τον ιατροδικαστή χρονικό διάστημα των τριών δολοφονιών

 

ΑΛΛΑΞΑΝ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ

Στο δικαστήριο κατέθεσαν δυο μάρτυρες οι οποίοι αποτελούσαν το άλλοθι του κατηγορούμενου για τη δολοφονία Σιδηρόπουλου. Ο κατηγορούμενος είχε ισχυριστεί στην ανάκριση ότι την ημέρα και την ώρα της δολοφονίας βρισκόταν στο σπίτι του ενός εκ των δύο. Αρχικά, οι δύο μάρτυρες είχαν πει στον ανακριτή ότι εκείνο το βράδυ δεν υπήρξε καμία συνάντηση με τον κατηγορούμενο. Μετά, στη δίκη της Δράμας το 2014, άλλαξαν την κατάθεσή τους και είχαν πει πως δεν μπορούσαν να θυμηθούν αν υπήρξε συνάντηση μεταξύ των ιδίων και του κατηγορούμενου. 

 

Λίγο αργότερα είπαν πως είχαν συναντηθεί, πέφτοντας ωστόσο σε διαδοχικές αντιφάσεις σε σχέση με τις αρχικές τους καταθέσεις. Τα ίδια “πίσω-μπρος” διατυπώθηκαν και στην ακροαματική διαδικασία της Τετάρτης 28 Νοεμβρίου με τους μάρτυρες να λένε πως δεν μπορούσαν να θυμηθούν αν εκείνο το βράδυ υπήρξε συνάντηση ή όχι. 

 

“ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΚΑΪΝΗ… ΕΚΑΨΑ ΕΓΚΕΦΑΛΟ” 

Οι μαρτυρίες έκαναν τον εισαγγελέα της έδρας να αγριέψει: «ακούστε να σας πω, εδώ δεν είναι καφενείο, έχω τρόπο να σας κάνω να θυμηθείτε. Τελικά τι ισχύει; Η αρχική σας κατάθεση ότι δεν υπήρξε συνάντηση ή αυτά που λέτε ότι δεν θυμάστε;». Οι δυο μάρτυρες έδειξαν ξαφνικά… να θυμούνται ότι δεν υπήρξε συνάντηση με τον κατηγορούμενο το βράδυ της δολοφονίας, ανατρέποντας δηλαδή αυτό που είχαν πει στις καταθέσεις τους στον ανακριτή. 

 

«Συγνώμη κυρία πρόεδρε, δέκα χρόνια στην κοκαΐνη, που να θυμάμαι τώρα έχει λίγο καιρό που απεξαρτήθηκα», είπε ο ένας από τους δυο μάρτυρες. 

 

«Έχετε κάψει εγκέφαλο δηλαδή» απάντησε η πρόεδρος, «Ε!...» απάντησε ο μάρτυρας.

 

“ΜΟΥ ΖΗΤΗΣΕ ΝΑ ΑΛΛΑΞΩ ΤΗΝ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΜΟΥ”

Οι παραπάνω, δεν ήταν όμως οι μόνοι που άλλαξαν τις καταθέσεις τους. Αυτή τη φορά άλλαξε κατάθεση κι ένας ακόμη μάρτυρας, ο οποίος είχε καταθέσει και το 2014. Είπε ότι τότε, βρέθηκε στο ίδιο κρατητήριο με τον κατηγορούμενο πριν την έναρξη της δίκης, και ο κατηγορούμενος του ζήτησε να αλλάξει την κατάθεσή του. Συγκεκριμένα είπε ότι ο κατηγορούμενος τον πλησίασε και του έδειξε ένα χαρτί με την κατάθεση που είχε κάνει στη διάρκεια των ανακρίσεων από την αστυνομία, λίγες μέρες μετά τη δολοφονία Σιδηρόπουλου, και του υπέδειξε σημεία τα οποία θα έπρεπε να αλλάξει ή να μην αναφέρει καθόλου στη δίκη της Δράμας. 

 

Ο ΜΑΡΤΥΡΑΣ ΕΤΡΕΜΕ ΑΠΟ ΤΟ ΦΟΒΟ ΤΟΥ

Συγκεκριμένα είπε: «Μου έδωσε το χαρτί της κατάθεσής μου και μου είπε: γράψε.. αυτό θα πεις… εκείνο δεν θα το πεις… αυτό εδώ μην το πεις..».  Ο μάρτυρας κρατώντας το σημείωμα στα χέρια του εξηγούσε στην έδρα όλες τις υποδείξεις που έγιναν από τον κατηγορούμενο και όπως τόνισε σε εκείνη τη δίκη είχε πράγματι αλλάξει την αρχική κατάθεση, παραλείποντας πολλά σημεία κατά τη διάρκεια της εξέτασής του από την Έδρα εκείνου του δικαστηρίου.  

 

Ο μάρτυρας φάνηκε να τρέμει στη διάρκεια της κατάθεσής του, γεγονός που δεν πέρασε απαρατήρητο από τον εισαγγελέα που το σχολίασε και τον ρώτησε αν φοβάται. «Φοβάμαι πολύ, ακόμα και όταν βάζω μπρος το αυτοκίνητό μου φοβάμαι», είπε χαρακτηριστικά“.

 

Το δικαστήριο θα εκδώσει την απόφασή του μέχρι το τέλος της εβδομάδας