Για το ζήτημα της λειψυδρίας σε όλα τα νησιά της Ελλάδας τοποθετείται η Λαϊκή Συσπείρωση Θάσου.
Συγκεκριμένα, αναφέρει:
Τις τελευταίες μέρες εντείνεται όλο και περισσότερο η συζήτηση γύρω από το ζήτημα της λειψυδρίας σε όλη τη νησιωτική Ελλάδα και φυσικά το πρόβλημα αφορά και το νησί μας, ενώ αντικειμενικά συνδέεται με τον θερινό τουρισμό.
Για μας είναι μια συζήτηση η οποία έπρεπε ήδη να έχει γίνει και να καταλήξει σε ένα σχεδιασμό άμεσων μέτρων και παρεμβάσεων έως και στο αναγκαίο μακροπρόθεσμο σχέδιο για την συνολική διαχείριση των υδάτινων πόρων του νησιού που θα εξασφάλιζε την επάρκεια και την ποιότητά του σε όλες τις κοινότητες.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από τα βασικά ερωτήματα που εγείρει η σημερινή κατάσταση: «Γιατί δεν επαρκεί το νερό σε αρκετές περιοχές της χώρας, κυρίως νησιωτικές όπως στη Θάσο, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού; Γιατί τα δίκτυα έχουν συνεχώς προβλήματα και δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες ύδρευσης και άρδευσης;».
Η απάντηση από την κυβέρνηση και τα υπόλοιπα κόμματα που κυβέρνησαν αλλά και μια σειρά από περιφερειακές και δημοτικές αρχές, όπως αυτή του δήμου Θάσου, προσπαθώντας να καλύψουν τις διαχρονικές τους ευθύνες για την πολιτική που έχουν ακολουθήσει και υλοποιήσει, θα ισχυριστούν την εύκολη δικαιολογία της κλιματικής αλλαγής και της μεγάλης τουριστικής ανάπτυξης. «Φταίει το ζαβό το ριζικό μας, φταίει το κεφάλι το κακό μας» που λέει και ο ποιητής (Βάρναλης, ποίημα “Οι μοιραίοι”).
Τότε γιατί στο νησί εξασφαλίζεται αρκετό νερό για να γεμίζουν οι πισίνες των ξενοδοχείων, αλλά όχι για τη λαϊκή κατανάλωση και τις αγροτικές καλλιέργειες, με αποτέλεσμα να έρχονται αντιμέτωποι οι κάτοικοι με συχνές και παρατεταμένες διακοπές νερού τους θερινούς μήνες; Γιατί οι μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες δεν υποχρεώνονται να διατηρούν δικά τους επαρκεί αποθέματα νερού (δεξαμενές) για τις ώρες αιχμής με αποτέλεσμα να «στραγγίζουν» το δίκτυο;
Οι απαντήσεις που συνήθως έρχονται από τους θεσμικούς παράγοντες συγκαλύπτουν την πραγματική αιτία, δηλαδή την εμπορευματοποίηση του νερού και την αποσπασματική διαχείρισή του με κριτήριο την ικανοποίηση των αναγκών των μεγάλων επενδύσεων κυρίως στον τουρισμό.
Αυτή η διαχρονικά ασκούμενη πολιτική έχει οδηγήσει στο πεπαλαιωμένο σύστημα ύδρευσης και άρδευσης, στην απουσία ή την αποσπασματική και περιοδική υλοποίηση εκσυγχρονισμού και των αντίστοιχων αναγκαίων έργων (π.χ. αντιπλημμυρικά, μικρά φράγματα ανάσχεσης, καλλιέργεια πηγών, λιμνοδεξαμενές, επιδιόρθωση
και συντήρηση του δικτύου διανομής κ.λπ.). Όλα τα αναγκαία έργα περνούν από τη ζυγαριά κόστους – οφέλους.
Υπολογίζονται ως έξοδα που όμως δεν αποδίδουν το αναμενόμενο κέρδος στους ομίλους μελέτης και κατασκευής, όπως και στις ΔΕΥΑ που λειτουργούν πλέον με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
Αντίθετα η αφαλάτωση ως μέθοδο ανάκτηση πόσιμου νερού από τη θάλασσα προχωράει σε ορισμένα άνυδρα νησιά (Κυκλάδες, Δωδεκάνησα) και φαίνεται ότι ανοίγει την όρεξη της διοίκησης του δήμου Θάσου, αν λάβουμε υπόψη σχόλια και αναφορές στελεχών της.
Για το συγκεκριμένο ζήτημα επισημαίνουμε ότι:
• Η Θάσος δεν είναι άνυδρο νησί όπως πχ η Σύρος, η Νίσυρος, η Μήλος, η Αίγινα (όπου έχουν εγκατασταθεί μονάδες αφαλάτωσης), αντίθετα έχει δυναμικό υδροφόρο ορίζοντα και σημαντικές δυνατότητες υδροληψίας.
• Όλοι οι γνωστοί μέθοδοι της αφαλάτωσης (Διύλιση, Ηλεκτρόλυση και Πάγωμα) επιβαρύνουν το περιβάλλον (υδροφόρο ορίζοντα, θάλασσα κλπ) όπου οδηγούνται τα αποβαλλόμενα στοιχεία (άλατα, ιζήματα κ.α.).
• Είναι μια ενεργοβόρα και δαπανηρή μέθοδος υδροδότησης με περιορισμένο χρονικό ορίζοντα απόδοσης, στην οποία θα εμπλακούν ιδιώτες με την γνωστή και προσφιλή στο δημοτικό συμβούλιο, πλην Λαϊκής Συσπείρωσης, μέθοδο των ΣΔΙΤ (συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα).
Το ΚΚΕ και η Λ.Σ. απορρίπτουν την τεχνική λύση της αφαλάτωσης ιδιαίτερα σε νησιά όπως η Θάσος και καταγγέλλει πως είναι συνειδητή αντιλαϊκή πολιτική επιλογή όλων των κυβερνήσεων, γιατί επί πολλά χρόνια δεν καλύπτουν τις βασικές ανάγκες σε νερό σε ολόκληρη τη νησιωτική χώρα και όχι μόνο.
Αντίθετα, παραχωρούν το νερό και τις δημόσιες υποδομές στους ιδιώτες, προκειμένου να διευκολύνουν την αύξηση των επιχειρηματικών κερδών τους σε βάρος των εργαζομένων, των κατοίκων και του περιβάλλοντος, προωθούν την εμπορευματοποίηση του πρώτιστου φυσικού αγαθού, του νερού.
Με την μέχρι τώρα εμπειρία το κράτος αναλαμβάνει τη διάθεση κατάλληλου χώρου για την εγκατάσταση των υποδομών της μονάδας, την αγορά εγγυημένης ελάχιστης ποσότητας νερού σε κάθε νησί, την καταβολή του συμβατικού τιμήματος για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της ποιότητας του νερού.
Εξασφαλίζεται δηλαδή με κάθε τρόπο η κερδοφορία του επιχειρηματικού ομίλου που θα λειτουργήσει την αφαλάτωση.
Αντίθετα δεν εξασφαλίζεται η ποιότητα του νερού, η προσιτή για τα λαϊκά νοικοκυριά τιμή του, η προστασία του περιβάλλοντος, τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων στη μονάδα κλπ.
Στο ερώτημα λοιπόν γιατί δεν συζητά κανείς για έργα που σε γενικές γραμμές μπορούν να δώσουν μακρόπνοη λύση και να σώσουν τον λαό από πλημμύρες τον χειμώνα και το καλοκαίρι από τη λειψυδρία, η απάντηση είναι απλή:
Στη σημερινή καπιταλιστική κοινωνία που τα πάντα ζυγίζονται με βάση τη λογική «κόστους - οφέλους», αυτό που θεωρείται ως αναγκαίο για την επιβίωση των εργαζομένων, για τις καλλιέργειες των αγροτών και γενικότερα για τις ανάγκες του λαού, δεν είναι «επιλέξιμο» για τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους και την κερδοφορία τους.
Αλλά ούτε για τις κυβερνήσεις, ούτε για τις Τοπικές Διοικήσεις, ούτε, φυσικά, για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία έχει εκδώσει τις ανάλογες οδηγίες για την εμπορευματοποίηση του νερού.
Φτάσαμε, λοιπόν, το καλοκαίρι του 2024 για να συζητάμε πόσο και τι νερό θα έχει το νησί μας. Κατά την άποψή μας πολύ καθυστερημένα, αλλά σε μια αναγκαία για το λαό του νησιού συζήτηση.
Μάλιστα η συζήτηση μας γίνεται λίγο μετά από το νομοσχέδιο - τερατούργημα του υπουργείου Περιβάλλοντος που υλοποιεί μερικά ακόμα από τα δεκάδες προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης στην κατεύθυνση της ΕΕ για τη πλήρη εμπορευματοποίηση του νερού.
Στο μικρό και φτωχό, από την άποψη των υποδομών, νησί μας, δραστηριοποιούνται μερικές από τις μεγαλύτερες τουριστικές μονάδες του νομού, δεκάδες μεσαίες και εκατοντάδες μικρές επιχειρήσεις. Λειτουργούν πολλές πισίνες κυρίως στις μεγαλύτερες από αυτές. Διαμένουν πάνω από ένα εκατομμύριο τουρίστες - επισκέπτες κάθε καλοκαίρι.
Ένα μεγάλο μέρος του πόσιμου νερού πωλείται από τις εταιρίες εμφιάλωσης διαμορφώνοντας τζίρους εκατομμυρίων.
Σε αυτό το νησί οι κάτοικοι συχνά δεν έχουν νερό στα σπίτια τους ή για τις καλλιέργειες τους.
Σήμερα λοιπόν και εδώ στη Θάσο, όπως και σε πολλά άλλα νησιά και περιοχές της χώρας, βιώνουμε τα αποτελέσματα της πολιτικής όλων των κυβερνήσεων αλλά και των τοπικών αρχών, Περιφέρειας και Δήμων, που έχουν καταστήσει τη διαχείριση των υδάτων πεδίο εμπορευματικής εκμετάλλευσης, το νερό από κοινωνικό αγαθό σε ακριβό εμπόρευμα.
Για αυτό οι φορείς που εμπλέκονται στη διαχείριση του νερού, το κοστολογούν ακριβά για το λαό, ενώ την ίδια ώρα δεν προχωρούν τα απαραίτητα έργα συντήρησης και εκσυγχρονισμού των δικτύων ύδρευσης.
Ακόμα χειρότερη προμηνύεται η κατάσταση στο μέλλον με την προωθούμενη συγχώνευση των ΔΕΥΑ με προφανή στόχο τη συγκέντρωση των υπηρεσιών ώστε να προχωρήσει η ιδιωτικοποίησή τους, αλλά και με την μεταβίβαση αρμοδιοτήτων των ΤΟΕΒ (Τοπικούς Οργανισμούς Εγγείων Βελτιώσεων) και ΓΟΕΒ (Γενικούς Οργανισμούς Εγγείων Βελτιώσεων) σε Ανώνυμες Εταιρείες στα πρότυπα της Θεσσαλίας και της Κρήτης, προαπαιτούμενο και αυτό του υπερμνημονίου της ΕΕ, του Ταμείου Ανάκαμψης.
Ιδιαίτερα για το πόσιμο νερό, πρέπει να λάβετε υπόψη σας, ότι οι ανάγκες τα επόμενα χρόνια πρόκειται να μεγαλώσουν σύμφωνα με το «Εθνικό Επιχειρησιακό Σχέδιο για το πόσιμο νερό».
Επίσης, είναι αναγκαία η αναβάθμιση των εγκαταστάσεων επεξεργασίας νερού και των δικτύων για να αντιμετωπισθούν φαινόμενα τοπικής υποβάθμισης της ποιότητας του νερού προς κατανάλωση.
Αυτή η πολιτική, που εκτός των άλλων χαρακτηρίζεται από έλλειψη κεντρικού σχεδιασμού, με αποτέλεσμα να ζούμε τον «παραλογισμό» να αντιμετωπίζουμε πλημμυρικά φαινόμενα το χειμώνα και περιόδους λειψυδρίας το καλοκαίρι, σε ένα νησί με δυναμικό υδροφόρο ορίζοντα και πηγές, ευθύνεται για την τραγική κατάσταση και τα προβλήματα που βιώνουμε στο νησί μας.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε:
- Το πρόβλημα υδροδότησης στα Λιμενάρια λόγω της ελλιπούς συντήρησης των υδάτινων πηγών και της βλάβης που υπέστη γεώτρηση στην περιοχή το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος.
- Τις διαρκείς και πολύωρες διακοπές στην υδροδότηση σε οικισμούς, όπως στα Κοίνυρα και Σωτήρα.
- Τα προβλήματα στις Μαριές, όπου θα μπορούσε να δώσει ουσιαστική λύση η επαναλειτουργία και ανακατασκευή του φράγματος.
- Αντίστοιχα τα προβλήματα και σε άλλους οικισμούς και χωριά στο νησί, όπως στην Καλλιράχη, όπου πέρυσι έμεινε για ένα μήνα κατακαλόκαιρο χωρίς νερό και το πρόβλημα δεν έχει οριστικά επιλυθεί.
- Για το νησί μας πρέπει να συνυπολογιστεί η αυξανόμενη τουριστική κίνηση που μεγαλώνει τη ζήτηση για πόσιμο νερό κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Λύση δεν μπορεί να δώσει η αξιοποίηση των γεωτρήσεων που προορίζονται για την άρδευση και τελικά τροφοδοτούν την ύδρευση, γιατί απλά ανακυκλώνουν το πρόβλημα.
Οι Δημοτικοί Σύμβουλοι
Λαμπρινίδης Λάμπρος
Παγώνη Ευαγγελία
Φιλαρέτου Αργυρώ
Χονδρογιάννης Βασίλειος
Χρυσάφης Νίκος
(δελτίο Τύπου)