Ανοιχτή επιστολή στην κοινωνία της Καβάλας αποστέλλει η διοίκηση της Βιομηχανίας Φωσφορικών Λιπασμάτων με αφορμή τις πρόσφατες απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων.

Στην επιστολή η εταιρία αναφέρει τα εξής:

 

Με αφορμή τις πρόσφατες απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων μας στις εγκαταστάσεις του εργοστασίου μας στην Καβάλα στις 31/3 και 1/4/2016, ενημερώνουμε την κοινή γνώμη της Καβάλας για τα παρακάτω:

 

Α. Η εταιρεία μας τα τελευταία έτη και κυρίως το έτος που διανύουμε και το προηγούμενο ασκεί την παραγωγική δραστηριότητά της σε ένα περιβάλλον με τεράστια προβλήματα, σε οικονομικό και επιχειρηματικό επίπεδο. Η πολιτεία παρ’ ότι διαχρονικά υπόσχεται λύσεις έως και σήμερα δεν έχουν ρυθμιστεί σοβαρά θέματα, τόσο στο ζήτημα του ειδικού φόρου κατανάλωσης του φυσικού αερίου, όσο και σε λοιπά θέματα που αποτελούν βρόγχο στην υγιή επιχειρηματική μας δραστηριότητα. Ταυτόχρονα, το τελευταίο τρίμηνο καταγράφεται κάθετη πτώση στις διεθνείς τιμές των λιπασμάτων, με αποτέλεσμα οι ζημιές στο ήδη συσσωρευμένο οικονομικό πρόβλημα της εταιρείας να είναι τεράστιες, αναγκαζόμενη να κάνει πωλήσεις κάτω του κόστους. Το μισθολογικό κόστος αποτελεί τεράστιο ανασταλτικό παράγοντα της όποιας επιχειρούμενης εξυγίανσης. Σήμερα υπάρχουν πολλοί εργαζόμενοι με μηνιαίες αμοιβές από 2.000 – 4.000 ευρώ, στις οποίες προστίθενται επιπλέον αμοιβές που φτάνουν το μήνα και στο διπλασιασμό των συνολικών αποδοχών τους. Οι περιπτώσεις αυτές δεν είναι μεμονωμένες, αλλά είναι συνήθεις και ασφαλώς κατατείνουν στη βραχεία κατάρρευση της εταιρείας μας στο εγγύς μέλλον.

 

Β. Ταυτόχρονα, την ίδια περίοδο στην Ελλάδα, ο μέσος μηνιαίος μισθός είναι κάτω από τα 815 ευρώ μικτά, ενώ με μηνιαίο μισθό 346 ευρώ μικτά απασχολείται μισό εκατομμύριο μερικώς απασχολουμένων. Παράλληλα, ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι είναι απλήρωτοι από 1 -5 μήνες. Το δε μόλις 8% των ανέργων του ΟΑΕΔ βρίσκει δουλειά. Ταυτόχρονα, καταγράφεται ένα 28% ποσοστό μαύρης εργασίας, ενώ ένα 4% απασχολείται περιστασιακά και ένα 53% απασχολείται parttime. Αυτή είναι η πραγματικότητα και είναι απολύτως ζοφερή.

 

Γ. Η εταιρεία μας κάνοντας χρήση διατάξεων που τέθηκαν σε ισχύ στη χώρα μας με τα μνημόνια ήδη από τον Φεβρουάριο του 2012, απέστειλε στις 24/3/2016 επιστολή προς το Σωματείο των εργαζομένων της, με την οποία τους ανακοίνωνε ότι θα έπρεπε πλέον, έχοντας φτάσει σε οριακό σημείο ως προς το μισθολογικό της κόστος, προκειμένου να μην καταρρεύσει και βρεθούν στο απόλυτο χάος της ανεργίας ,να ομογενοποιηθούν οι μισθοί της, να εξαλειφθούν παράλογα και κοστοβόρα επιδόματα και ανούσιες ατομικές διευκολύνσεις, να εξορθολογήσει το μισθολογικό της κόστος, που αν αυτό δε συμβεί, η επιχείρηση θα αναγκαστεί να αναστείλει τη δραστηριότητά της. Ανακοίνωσε δηλαδή, την απόφασή της να εφαρμόσει το Νόμο και ειδικότερα την Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου υπ. αριθμ. 6/2012 που ήδη από το Φεβρουάριο του 2012 όλες οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν εφαρμόσει. Τίποτε παραπάνω από αυτό στα πλαίσια του νόμου το εύλογο. Ότι δηλαδή, αφού έληξε η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας που είχε με τους εργαζόμενους υπογράψει, πλέον θα έπρεπε να εφαρμοστεί ο Νόμος. Ειλικρινά δεν κατανοούμε τις όποιες αντιδράσεις τους στην εφαρμογή του Νόμου. Ταυτόχρονα στις 26/1/2016 είχε ήδη συναντηθεί μαζί τους στα πλαίσια διαβούλευσης για θέματα που τους απασχολούσαν, ενώ αναμένεται να το πράξει με δική της πρωτοβουλία και εντός των ημερών.

 

Δ. Η απεργία που διεξήχθη ήταν μία άστοχη και απόλυτα επικίνδυνη ενέργεια.

 

Δεν έγινε πριν την προκήρυξή της η όποια από μέρους των εργαζομένων διαβούλευση και ειδικά μετά την επίδοση της ως άνω επιστολή μας .

Προκλήθηκε τεράστιο οικονομικό κόστος από τη μη έγκαιρη παράδοση των παραγόμενων προϊόντων στους πελάτες μας.

Προκλήθηκε σοβαρό κόστος από τη διακοπή της παραγωγικής διαδικασίας με ελλείψεις διάθεσης στις αγορές εσωτερικού και εξωτερικού.

Ε. Η εταιρεία μας δηλώνει ότι θα καταβάλλει κάθε προσπάθεια να εξακολουθήσει να συμβάλει ενεργά στην οικονομική ευημερία του Νομού Καβάλας, προσπαθώντας να κρατήσει το εργοστάσιό της ανοιχτό. Η Κοινή Γνώμη όμως να γνωρίζει ότι αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Θα πρέπει να το αντιληφθούν και να συμβάλλουν όσοι από τους εργαζόμενους ακόμη δεν το έχουν κατανοήσει. Το παραπάνω πρόβλημα, αν προκύψει, θα αφορά και αυτούς.