γράφει ο

Βύρων Β. Δημητριάδης

 

Ο Κούλης ως γκεμπελίσκος, χρησιμοποιεί το κόλπο της “πλασματικής πρωταρχικής προϋπόθεσης” -παίρνει σαν δεδομένο και γεγονός αυτό που έχει να συναγάγει, δηλαδή την αναγκαία σχέση ανάμεσα σε δύο πράγματα ή πρόσωπα: ανάμεσα, ας πούμε, στην ΕΥΠ και στον Ανδρουλάκη, ή στον Κουκάκη, ή στους 16.000 πολίτες που παρακολούθησε μόνο πέρυσι- για να μην εξηγήσει στον λαό γιατί τους παρακολουθεί.

 

Με τον ίδιο τρόπο η θεολογία εξηγεί την καταγωγή του κακού με το προπατορικό αμάρτημα: παίρνοντας σαν γεγονός, με ιστορική, μάλιστα, μορφή, αυτό που έπρεπε να εξηγήσει.

 

Η “πλασματική πρωταρχική προϋπόθεση”, ως “λήψη του ζητούμενου”, δεν είναι τίποτε άλλο από ένας σχεσιακός προσδιορισμός που αποκλείει το ζήτημα του ιστορικού γίγνεσθαι δεχόμενος μια έτοιμη στημένη από πάντα “πραγματικότητα” για να αιτιολογήσει τις δυσκολίες και τις αντιφάσεις μιας καθορισμένης δυστοπικής -προφανώς- πραγματικότητας, δηλαδή, τις παρακολουθήσεις των πολιτικών αντιπάλων, των δημοσιογράφων που δεν πουλήθηκαν και των ενεργών πολιτών από την ΕΥΠ που ελέγχει απόλυτα και διευθύνει ο ίδιος ως πρωθυπουργός νεοναζιστής Αρχηγός.

 

Έτσι, από τη μία εμφανίζει τον Ανδρουλάκη και τον Κουκάκη ως πράκτορες ξένων -εχθρικών προς την Ελλάδα- δυνάμεων, και, από την άλλη δείχνει πόσο βαθιά υποτιμά τη νοημοσύνη του λαού -γεγονός που φαίνεται και από την απέλπιδα προσπάθεια να στήσει τον λαό ως “εσωτερικό εχθρό” απέναντι στο ναζιστικού τύπου κράτος των διμοιριών -ακόμη- των ειδικών φρουρών.

 

Ο Κούλης δεν είναι ένας απλός πολιτικάντης, ένας απλός ψεύτης, ένας απλός αλαζόνας ή οτιδήποτε άλλο του σέρνει σύσσωμη η αντιπολίτευση.

 

Ο Κούλης είναι ένας νεοφιλελεύθερος-νεοναζιστής πολιτικός γι' αυτό έχει μεγάλη σημασία να γίνει πλήρως κατανοητή η “αναγκαιότητα” που τους δέρνει να θέλουν να κατασκευάσουν, με κάθε κόστος, τον “εσωτερικό εχθρό”.

 

“...Στην προσπάθεια να κατανοήσουμε γιατί οι 7 ειδικοί φρουροί της ΔΙΑΣ που σκότωσαν έναν άοπλο 18χρονο και τραυμάτισαν έναν 16χρονο επίσης άοπλο... ρίχνοντας στο ψαχνό 36 σφαίρες, έχουν την κάλυψη όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και υπηρεσιών της Δικαιοσύνης που τους άφησαν ελεύθερους να κυκλοφορούν και να οπλοφορούν ανάμεσά μας -έγραφα στο “Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΩΣ “ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΧΘΡΟΣ” (βλ: θασιακή 30/11/21)- οδηγηθήκαμε στα επιστημονικά συμπεράσματα του Φουκώ πάνω στη σχέση του Νεοφιλελευθερισμού με τον Ναζισμό.

 

Ο γερμανικός Νεοφιλελευθερισμός... άσκησε κριτική στον Ναζισμό -ιδιαίτερα στα κατάλοιπα της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης: κρατικός προστατευτισμός, κοινωνικό κράτος, κεντρικός οικονομικός σχεδιασμός και κρατικός παρεμβατισμός- αντιπροτείνοντας ένα κράτος υπό την εξουσία της οικονομίας των αγορών...

 

Ο Κούλης ως νεοφιλελεύθερος πρωθυπουργός -ως μεταφασίστας, δηλαδή, βιοεξουσιαστής Αρχηγός- προσπαθεί χωρίς να το κρύβει, με νύχια και με δόντια, με Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης και ΜΕΑ, να φτιάξει αυτόν ακριβώς τον τύπο κράτους.

 

Μάλιστα, έφθασε στο σημείο να χρησιμοποιεί την ΕΥΠ όπως ακριβώς χρησιμοποιούσε την ΚΥΠ η δικτατορία των Συνταγματαρχών, προσανατολισμένη προς τον “εσωτερικό εχθρό”...”.

 

Έτσι καταλήξαμε στον Νομικό Σύμβουλο του Γ' Ράιχ Καρλ Σμιτ που πρώτος θεωρητικοποίησε τη σχέση Ναζισμού-Πολιτικού...

 

“...Για τον Καρλ Σμιτ το Πολιτικό δεν εντοπίζεται στην κρατική διοίκηση αλλά στον αγώνα ανάμεσα στον (συλλογικό) φίλο και τον εχθρό.

 

Η ειδικά πολιτική διάκριση, στην οποία μπορούν να αναχθούν οι πολιτικές πράξεις και τα πολιτικά κίνητρα, είναι η διάκριση Φίλου και Εχθρού (η οποία) χαρακτηρίζει τον ακραίο βαθμό έντασης μιας σύνδεσης ή διαχώρισης...

 

Εχθρός είναι μόνο μία, τουλάχιστον ενδεχομένως, μαχόμενη ολότητα ανθρώπων, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια άλλη ακριβώς τέτοια ολότητα...

 

Το Πολιτικό ως η διαίρεση φίλος/εχθρός έχει την έδρα του σε ένα ύπατο κέντρο λήψης αποφάσεων (σαν το “επιτελικό κράτος” του Κούλη) για τη συλλογικότητα, μια αρχή τελικής απόφασης για την κατάταξη φίλος/εχθρός...

 

Το Πολιτικό ανάγεται έτσι συστηματικά στην εξουσία, τις αρχές, τη διοίκηση και μια δραστηριότητα νομοθέτησης ή “θέσπισης” που ασκείται πάνω στην κοινωνία ως όλον...

 

Υπό αυτή την οπτική, ήταν τεράστια η σημασία της αποκάλυψης της “ΕφΣυν” (13/11/21): “Αποκάλυψη. Άκρως επικίνδυνη για τη Δημοκρατία η υπό τον Πρωθυπουργό ΕΥΠ-Πώς η ΕΥΠ παρακολουθεί και απλούς πολίτες- Αποκαλύπτουμε τις εντολές παρακολούθησης” ο τίτλος από το Πρωτοσέλιδο.

 

“...Στην πλήρη παραδοχή ότι η ΕΥΠ παρακολουθεί απλούς πολίτες προχώρησε χθες η κυβέρνηση διά στόματος του κυβερνητικού εκπροσώπου Γ. Οικονόμου... είπε ότι “...η ΕΥΠ επιτελεί ένα πολύ σημαντικό, ένα πολύ σπουδαίο έργο-ρόλο ...σε ό, τι αφορά τις απειλές για την εθνική μας ασφάλεια... είτε αυτές αφορούν εσωτερικές απειλές είτε είναι εξωτερικές απειλές είτε είναι το οργανωμένο έγκλημα...”, θέτοντας με αυτό τον τρόπο ως πρώτο πεδίο δράσης της ΕΥΠ κάποιον “εσωτερικό εχθρό”...”.

 

Στις 4 του Ιούλη φέτος το “Σημείο” για τη μελέτη και αντιμετώπιση της Ακροδεξιάς, πραγματοποίησε εκδήλωση με τίτλο: “Πού βρισκόμαστε το 2022; Ακροδεξιές τάσεις στην Ελληνική κοινωνία”.

 

Εκεί συζητήθηκε η έρευνα που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνη μαζί με την εταιρεία ερευνών about people.

 

Πρόκειται για την πρώτη ετήσια μέτρηση σε μια σειρά από θέματα που μπορούν να θεωρηθούν “δείκτες ακροδεξιάς συγκρότησης”.

 

Ως μια πρώτη γενική διαπίστωση παρατηρήθηκε μια ευρύτατη αποδοχή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, με ισχυρή δυσπιστία ή δυσφορία ωστόσο απέναντι σε όψεις λειτουργίας του κομματικού συστήματος και θεσμών όπως η Δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ.

 

Υπάρχουν, επίσης, αναφορές σε θέματα φύλου και στο μεταναστευτικό-προσφυγικό όπου, με βάση τα στοιχεία αυτά, έγιναν ορισμένες σκέψεις όπως, για παράδειγμα, ότι υπάρχει “δημοκρατική κόπωση”.

 

Ναι μεν η συντριπτική πλειονότητα δηλώνει σαφή αποδοχή της δημοκρατίας και καταδίκη της δικτατορίας, αλλά το υπόστρωμα δυσφορίας και οργής μπορεί να παίρνει κάποτε έντονο αντικοινοβουλευτικό χαρακτήρα.

 

Όπως ακόμη και σκέψεις για το φαινόμενο των ισχυρών τάσεων προς ένα κατασταλτικό κράτος, αυταρχικό στην επιβολή της ισχύος του.

 

“...Άρα -σημειώνει ο Κωστής Παπαϊωάννου ως διευθυντής του “Σημείου”- οι “δείκτες ακροδεξιάς συγκρότησης” που αντανακλώνται στην έρευνα αυτή δείχνουν ακριβώς το “κοινό” που θα στήριζε μια διολίσθηση προς έναν θεσμικό δεξιό εξτρεμισμό...”.

 

Ο Κούλης, ως νεοναζιστής, αξιοποιεί μια δυναμική ανάμεσα στον ομιλητή και το “κοινό” στην οποία για πρώτη φορά έδωσε θεωρητική έκφραση ο γερμανός Κοινωνιολόγος Έριχ Φρομ κατά τη διάρκεια της ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία.

 

Από “ψυχολογική σκοπιά”, έγραφε ο Φρομ το 1941, η προθυμία των ανθρώπων να υποταχθούν στον ναζισμό “φαίνεται να οφείλεται κυρίως σε μια αίσθηση εσωτερικής κόπωσης και παραίτησης” -σ' αυτούς απευθύνεται ο Κούλης.

 

 

Υ.Γ. Την ίδια ώρα ο Πλεύρης, ως μεγκελίσκος, χρησιμοποιεί τη θανατική τακτική των Ασφαλιστικών (για να μην πληρώσουν ασφάλιστρα ζωής πείθουν το δικαστήριο ότι ο θάνατος του ασφαλισμένου οικοδόμου -για παράδειγμα- δεν οφείλεται στην πτώση του από τον 6ο όροφο της οικοδομής αλλά στο ότι προηγήθηκε -ας πούμε- έμφραγμα) για να μας πείσει ότι λιγοστεύουν οι θάνατοι λόγω πανδημίας.