γράφει η
Μανίνα Ζουμπουλάκη
Δημοσιεύτηκε στην Athens Voice
Τρώγοντας γκουρμέ κουζίνα από τα χέρια του σεφ Γιάννη Μαρινόπουλου στο εστιατόριο του ξενοδοχείου A For Art στον Λιμένα της Θάσου
Το φαγητό στη Θάσο είναι απλό, και γι αυτό μου αρέσει: φρέσκα ψάρια στη σχάρα, γαρίδες ψητές, σκουμπρί, κολοκυθοκορφάδες γεμιστοί για πιο κομπλικέ μαμαδέξ μη τουριστική εμπειρία.
Το νησί δεν έχει παράδοση γκουρμεδιάς όπως η Σίφνος ή άλλα νησιά που δεν θυμάμαι τώρα, αλλά αν σου αρέσει το ψάρι, είναι τέλειο.
Φέτος έχει και γκουρμέ-σεφ, έναν σεφ που δοκιμάζει περίεργους συνδυασμούς με εγχώρια προϊόντα, σε ένα επίσης περίεργο ξενοδοχείο στο Λιμένα, το “A for Art”. Για το οποίο έχω ξαναγράψει, όπως και για τον σεφ Γιάννη Μαρινόπουλο που πέρυσι δημιουργούσε στο νότιο κομμάτι του νησιού, στο Πευκάρι.
Γενικά γράφω για τη Θάσο κάθε χρόνο όπως θα έχετε πάρει χαμπάρι, οπότε ναι, τον πέτυχα κι άλλη φορά τον Μαρινόπουλο.
Φέτος λοιπόν είναι executive chef στο “A for Art” όπως και σε άλλο ένα ωραίο ξενοδοχείο , στο “Alexandra Golden”. Πήγαμε χθες να δοκιμάσουμε τις δημιουργίες του, εφτά άνθρωποι, εκ των οποίων τα τρία παιδιά, εκ των οποίων το ένα δύσκολο στο φαγητό.
Για να μην έχει αγωνία κανείς, το δύσκολο παιδί έφαγε με τρελό κέφι ένα τραγανό, σουσαμένιο σνίτσελ κοτόπουλου με ακόμα τραγανότερες πατάτες φούρνου – για την ακρίβεια, άφησε πίσω του «πιάτο-καθρέφτη», που έλεγαν οι γιαγιάδες μας όταν ένα εγγόνι μάζευε και τα ψίχουλα (σπάνια οι δικές μας γιαγιάδες, δεν θυμάμαι κανένα συγγενικό μου παιδάκι ιδιαίτερα φαγανό…).
Παραγγείλαμε ό,τι μας κατέβηκε στο κεφάλι, διαβάζοντας τις περιγραφές στο μενού: μια καταπληκτική καπνιστή σφυρίδα με κρίταμο Θάσου, ένα ψητό ροφό, χορταστική και υπέροχη σαλάτα με καλαμάρι, κριθαρώτο με γαρίδες που κολυμπούσαν πριν πέντε λεφτά, μανιτάρια με ζωμό τρούφας, μια ταλιάτα με σπιτικό πουρέ… δοκιμάζαμε όλοι από όλους, για να «πάρουμε μια ιδέα», και η ιδέα ήταν υπέροχη γιατί δεν βρήκαμε ούτε ένα πιάτο να μη μας αρέσει.
Έτσι όπως το γράφω δε λέει τίποτα όμως: δεν βρήκαμε ούτε ένα πιάτο το οποίο να είχαμε ξαναδοκιμάσει κάπου, κάποτε. Οι ιδέες ήταν εντελώς ορίτζιναλ, κι αυτό είναι που κάνει τον σεφ (να είναι) σεφ και όχι απλός μάγειρας, η αυθεντικότητα των συνταγών του. Το να δοκιμάζεις π.χ. χταπόδι με φάβα, το οποίο σίγουρα έχεις φάει κάπου ή και παντού, και να λες «αυτό, ακριβώς ή περίπου έτσι, δεν το έχω ξαναφάει!»
Το χταπόδι μάλιστα είναι το μόνο πιάτο που ως περιγραφή μπορεί να σου θυμίζει κάτι, αν και ως γεύση όχι, μια και είναι αλλιώτικο, με μύρτιλλα και με κάτι ακόμα καπνιστό μέσα στη σάλτσα του, ή στη φάβα του. Όλα τα άλλα ήταν μοναδικά, ακόμα και τα επιδόρπια – ζεστό γαλακτομπούρεκο υπερ-υπέροχο, ένα «λεμόνι» που τρωγότανε με εισπνοή, μια σοκολατένια τάρτα αριστούργημα, ένα άλλο φανταστικό επιδόρπιο με φρούτα του πάθους… το μενού είναι σύντομο, παρόλο που κάθε πιάτο περιγράφεται με όλα του τα υλικά, διαβάζεται σε δευτερόλεπτα. Εννοώ δεν έχουνε γράψει τη Βίβλο, και πληροφορείσαι μια χαρά πριν παραγγείλεις. Έχουνε φτιάξει καπνιστήριο τα παιδιά μέσα στην κουζίνα του ξενοδοχείου και καπνίζουν τα ψάρια μόνοι τους, με αποτελέσματα που σε αφήνουν άφωνο αλλά και χορτάτο. Λέω «τα παιδιά» γιατί ο Γιάννης Μαρινόπουλος, executive chef στο «Xenios Gate Group» («A for Art Hotel» και «Alexandra Golden boutique hotel») έχει συνεργάτη φέτος τον Κυριάκο Τερλελέ, άλλον έναν ντόπιο καλλιτέχνη της κουζίνας.
Το ότι και οι δύο είναι νέοι, Θάσιοι, σπουδαγμένοι, Ευρωπαϊστές στη μαγειρική τους αλλά ταυτόχρονα δεμένοι με τον τόπο τους, με εντυπωσιάζει. Επίσης το ότι είναι όλα αυτά και φτιάχνουν τόσο καταπληκτικά πράγματα με απλά υλικά με εντυπωσιάζει διπλά.
Το «A for Art» είναι ένα ξενοδοχείο στο κέντρο του Λιμένα, διατηρητέο κτίριο που κάποτε ήταν καπναποθήκη - τα τελευταία χρόνια άλλαξε χέρια, ανακαινίστηκε, διαφοροποιήθηκε με καλλιτεχνικό τρόπο, κι έγινε ένα «ξενοδοχείο Τέχνης». Το εστιατόριο είναι στον κομψό, πράσινο κήπο του, κάτω από αιωνόβια δέντρα, κι έχει περάσει από σαράντα κύματα, στα χίλια χρόνια που έρχομαι στο νησί.
Είναι όμορφο, ιδανικό για ένα κοκτέιλ ή καφέ, γεμάτο τις ώρες φαγητού, με ξένους και ‘Ελληνες. Δεν είμαι κριτικός γεύσης, ούτε σεφ, ούτε καν μαγείρισσα, και μόνον ψαρικά ξέρω να ξεκοκαλίζω, λόγω οικογενειακής παράδοσης στον κολιό… αλλά το ότι φάγαμε υπέροχα όλοι μας και δοκιμάσαμε πράγματα σπέσιαλ και χειροκροτήσαμε με ενθουσιασμό, όσο κι αν δεν μετράει ως κριτική γεύσης, μπορείτε να το πάρετε τοις μετρητοίς άνετα. Οι τιμές είναι λογικές για αυτό που τρως (από 12-35€ το πιάτο) και αν έχετε δοκιμάσει σπιτικά καπνισμένο ψάρι, κομμένο σε λεπτές φέτες σαν δαντέλλα πλάι σε αρωματικό κρίταμο… πολύ χαίρομαι για σας, σίγουρα έχετε περάσει από το «A for Art», τον Γιάννη Μαρινόπουλο και τον Κυριάκο Τερλελέ. Και σίγουρα περάσατε υπέροχα, εκτός του ότι φάγατε καταπληκτικά…