γράφει ο 

Βύρων Β. Δημητριάδης

 

Επιτέλους. Τι πρέπει ακόμη να πει, και κυρίως να κάνει, για να πάψουμε να υποστηρίζουμε ότι “εν τη ρύμη του λόγου” ομολόγησε ότι γι' αυτόν “σημασία έχει η επικοινωνία και όχι η ουσία”.

 

Ανεξάρτητα από το αν ο ίδιος ο Κούλης, ως μεταφασίστας βιοεξουσιαστής Πρωθυπουργός, διακρίνει τη διαφορά μεταξύ φαινομένου και ουσίας επιλέγοντας συνειδητά την αξιοποίηση της φαινομενικότητας, εμείς, η “αδαής κοινωνική πλειοψηφία” δεν θα εφησυχάζαμε ακόμη και αν μας διαβεβαίωνε πως γι' αυτόν “σημασία έχει η ουσία και όχι η επικοινωνία”.

 

Δεν υπάρχει περίπτωση εφησυχασμού όταν έχεις να κάνεις με νεοφιλελέδες που νομίζουν ότι μπορούν να διαχωρίζουν κατά το δοκούν την ουσία από την επικοινωνία λες να μπορούν να συννυπάρξουν με κάποια ουσία σκέτη ή με κάποιο φαινόμενο επίσης σκέτο.

 

Εδώ ίσως θα μπορούσαμε να καλέσουμε σε βοήθεια τον Ούγγρο φιλόσοφο Ίστβαν Μέσαρος ο οποίος, στην εισαγωγή ακόμη του διαχρονικού “Η θεωρία του Μαρξ για την αλλοτρίωση”, αναλύει την “Ανεπάρκεια του εννοιολογικού πλαισίου” αντιπαραθέτοντας στην “παραπλανητική απλότητα του κοινού νου” της θετικιστικής εμπειριοκρατίας και του φορμαλισμού τη διαλεκτική σκέψη του Μαρξ περί της ενότητας των αντιθέσεων.

 

Ο ίδιος ο Μαρξ πάντως εξηγεί γιατί η Ουσία δεν μπορεί να διαχωριστεί από την επικοινωνία:

 

“...Η ομιλία είναι τόσο παλιά όσο και η συνείδηση, η ομιλία είναι επίσης πρακτική συνείδηση που υπάρχει επίσης για άλλους ανθρώπους και γι' αυτόν τον λόγο υπάρχει πραγματικά και για μένα μονάχα προσωπικά.

 

Η ομιλία όπως και η συνείδηση, πηγάζει μονάχα από την ανάγκη, την αναγκαιότητα της επικοινωνίας με άλλους ανθρώπους...”.

 

Με άλλα λόγια, οι κοινωνικές σχέσεις χρειάζεται να παραχθούν και να αναπαραχθούν.

 

Αυτό μάλλον σημαίνει ότι η επικοινωνία είναι η παραγωγική και αναπαραγωγική διαδικασία των κοινωνικών σχέσεων, άρα και της κοινωνίας.

 

Ο Μαρξ υπογραμμίζει ότι η γλώσσα και η επικοινωνία είναι κοινωνικές σχέσεις και ότι συγκροτούν τις κοινωνικές σχέσεις, ότι είναι δυνατή η ύπαρξη της κοινωνίας επειδή βασίζεται στον κοινωνικό χαρακτήρα της γλλώσσας και της επικοινωνίας και στον επικοινωνιακό χαρακτήρα των κοινωνικών σχέσεων.

 

Υπό αυτή την έννοια, απομονώνοντας τον παραπλανητικό διαχωρισμό ουσίας και φαινομένου, εύκολα αντιλαμβάνεσαι την ουσία της επικοινωνιακής προσπάθειας του Κούλη να διατηρήσει ζωντανό το φάντασμα του εσωτερικού εχθρού.

 

“...Με τον ΣΥΡΙΖΑ μας χωρίζει πολιτικό, πολιτιστικό και αξιακό χάσμα...” δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ.

 

Δεν υπήρχε περίπτωση να ξεφύγει της προσοχής της Αννέτας Καββαδία: “...Προφανώς -γράφει στην “ΕΠΟΧΗ” 18/9- και πρόκειται για αδιαμφισβήτητη αλήθεια, βγαλμένη από τα χείλη του Πρωθυπουργού.

 

Και είναι μια αλήθεια που έρχεται να επιβεβαιώσει με τον καλύτερο τρόπο πόσο υπαρκτή, πόσο ζωντανή παραμένει η διαιρετική τομή Δεξιάς-Αριστεράς...

 

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέβηκε λοιπόν στη ΔΕΘ και, τόσο στις εξαγγελίες του όσο και στη συνέντευξη Τύπου, επιβεβαίωσε ακριβώς αυτό: πως το χάσμα μεταξύ των δύο ιδεολογικών χώρων όχι μόνο είναι υπαρκτό αλλά μεγαλώνει μέρα με τη μέρα.

 

Με το ανέβασμα δε, των τόνων και την επιλογή της πόλωσης, επιβεβαιώνει τη σημασία που προσδίδει στο... ξεκαθάρισμα των λογαριασμών.

 

Και είναι αυτή μια χρήσιμη προσέγγιση καθώς βοηθά στο να αναδυθούν όλες οι δομικές, και όχι μόνο, διαφορές μεταξύ των δύο ιδεολογικών ρευμάτων.

 

Υπ' αυτό το πρίσμα, είναι χρήσιμο να ακούει κανείς τον Κυριάκο Μητσοτάκη να μιλά για “πολιτικό, πολιτιστικό και αξιακό χάσμα”, και να βάζει έτσι ο ίδιος -έστω και ακούσια- τα όρια μεταξύ των δύο κόσμων.

 

Γιατί αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς -και μη σπεύσει να μιλήσει κανείς για διχαστικές λογικές- σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, είναι ξεκάθαρο πως αυτά που συγκρούονται είναι δύο λογικές, δύο αντιλήψεις, δύο κοσμοθεωρίες...

 

Ναι, το πολιτικό, πολιτιστικό, αξιακό χάσμα που χωρίζει την Αριστερά από τη Δεξιά είναι τεράστιο.

 

Αβίαστα βγαλμένη από το στόμα του Κυριάκου Μητσοτάκη η αλήθεια αυτή, συνηγορεί στο ότι οι μάχες που έχουμε μπροστά μας έχουν ήδη προκαθορισμένη αφετηρία, προκαθορισμένο περιεχόμενο, προκαθορισμένο στόχο.

 

Το πώς θα δοθούν οι μάχες αυτές, με ποια χαρακτηριστικά και ποια θα είναι η έκβασή τους, έχει σε πολύ μεγάλο βαθμό να κάνει και με τη σαφήνεια του στίγματος που θα εκπέμψουν οι δυνάμεις της Αριστεράς και του ευρύτερου δημοκρατικού χώρου...”.

 

Ο εντοπισμός και η ανάδειξη της τόσο ουσιαστικής και τόσο επικοινωνιακής δήλωσης του Κούλη έδωσε τη δυνατότητα, έδωσε την ευκαιρία στην Αννέτα να στείλει τα μηνύματά της κύρια εντός του ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ, το οργανωμένο κομμάτι της Κοινωνικής Αριστεράς.

 

Η περιφέρεια της Κοινωνικής Αριστεράς είναι που βρίσκεται στο στόχαστρο της μακροπρόθεσμης βιοπολιτικής των μεταφασίστων βιοεξουσιαστών της ΝΔ.

 

Γεγονός που κρατά ανήσυχο το βαθυστόχαστο πνεύμα του Κώστα Γαβρόγλου: “...Πρέπει να αναγνωρίσουμε -δηλώνει στο ρ/σ “Στο κόκκινο”- ότι η ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού γοητεύει ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας... ...Αυτό είναι ο αντίπαλός μας. Ένα παράδειγμα: Ο κ. Μητσοτάκης πήγε με την κόρη του στην Αμερική για να την εγκαταστήσει στο πανεπιστήμιο.

 

Δεν κάνει βήμα, δεν ανοίγει το στόμα του χωρίς τις εντολές των επικοινωνιολόγων του. Το ότι το έκανε την ίδια μέρα που ανακοινώνονταν τα αποτελέσματα σημαίνει ότι κάποια αποδοχή έχει από την κοινωνία, μικρή ή μεγάλη δεν ενδιαφέρει, ενδιαφέρει ότι αυτή η αναλγησία -διότι περί αναλγησίας πρόκειται, καθώς έχει μεν κάθε δικαίωμα να πάει με την κόρη του, όμως την ίδια μέρα που τόσα παιδιά, τόσες οικογένειες είναι με την πλάτη στον τοίχο- σημαίνει ότι κάτι πάρα πολύ βαθύ συμβαίνει στην κοινωνία...

 

Όλη η έπαρση, ο εγωκεντρισμός και η αλαζονεία του κ. Μητσοτάκη, όλη η διχαστική ρητορική του ίδιου και της ακολουθίας του, αποσκοπούν στο να μεταγγίσουν την ίδια έπαρση και αλαζονεία -τον ίδιο εγωκεντρισμό έναντι των προγραμμένων δύο τρίτων- στο κομμάτι της κοινωνίας που, κατά την κρίση τους, ρέπει στο να αποδεχτεί ότι το περιμένει μια βολική θέση στην κοινωνία των δύο τρίτων...”.

 

Ανησυχία που ενισχύει με τον δικό του τρόπο ο Καβαλιώτης ποιητής Κώστας Καναβούρης: “...Ο Μητσοτάκης -γράφει στην “ΑΥΓΗ” 19/9- ως φιλόστοργος πατέρας είπε: “Παιδί μου, αυτό που έχει μεγάλη ζήτηση στην αγορά εργασίας είναι οι Ανθρωπιστικές σπουδές. Σαν τρελή η αγορά εργασίας ζητάει πτυχιούχους Ανθρωπιστικών σπουδών, πιο πολύ από υδραυλικούς... Ανθρωπιστικές σπουδές θα μάθεις στο Γέιλ. Είναι πιο καλό και από δημόσιο ΙΕΚ”.

 

Και την “εγκατέστησε στο Γέιλ”. Είναι απλό. Τόσο απλό που περνάει τραγικά απαρατήρητο. Όπως απαρατήρητο πέρασε και το κόψιμο της Κοινωνιολογίας από τη μαθησιακή ύλη της Μέσης Εκπαίδευσης. Μαζί με την οπισθοδρομική θρησκευτικοποίηση αυτής της ύλης...

 

Άλλωστε το πόση ζήτηση έχουν οι Ανθρωπιστικές σπουδές φαίνεται και από τον αποτρόπαιο νόμο αυτής της απάνθρωπης δράκας που στέλνει τα πιο απροστάτευτα πλάσματα, τα παιδιά από τις δομές προστασίας, δουλάκια στα ξενοδοχεία για να συμπιεστεί το εργασιακό κόστος...

 

“Για να πάρουν” μας είπαν, “μυρωδιά από την αγορά εργασίας”. Θέλουν δεν θέλουν. Χωρίς να μυρίσουν ποτέ την ευωδία της ζωής. Μόνο διεστραμμένοι νόες σκέφτονται έτσι...”.

 

Είναι ολοφάνερο: την ίδια στιγμή που κόβουν το μάθημα της Κοινωνιολογίας στη Μέση Εκπαίδευση και απαξιώνουν, με πολλούς τρόπους, τις πανεπιστημιακές έδρες που διδάσκουν Ανθρωπιστικές Επιστήμες, την ίδια στιγμή, στέλνουν τα δικά τους παιδιά στα Γέιλ ώστε να καλύψουν το κενό που δημιουργούν με το είδος των ανθρωπιστικών σπουδών που διδάσκουν τα Γέιλ: “δεν υπάρχουν κοινωνίες. Μόνο άτομα -άντε και οικογένειες”.

 

Μας το είχαν πει: “η Κοινωνιολογία κάνει τα παιδιά μας κομμουνιστές”!!!