Επτά μήνες μετά την υπογραφή της συμφωνίας ΕΕ - Τουρκίας και παρά την τεράστια χρηματοδότηση που έχει εξαγγελθεί από την ΕΕ, περισσότεροι από 50.000 άνθρωποι εξακολουθούν να ζουν σε ακατάλληλες συνθήκες στην Ελλάδα χωρίς να έχουν κατάλληλη πρόσβαση στη φροντίδα υγείας. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα (Médecins SansFrontières/MSF) ανησυχούν ιδιαίτερα για τους πιο ευάλωτους, τα θύματα βίας, τους ανθρώπους που πάσχουν από χρόνια νοσήματα και ψυχικές διαταραχές, τους ανθρώπους με σωματικές αναπηρίες, τα (ασυνόδευτα) ανήλικα, τις έγκυες γυναίκες και τα νεογέννητα, των οποίων οι ειδικές ανάγκες δεν καλύπτονται και η υγεία τους κινδυνεύει. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα καλούν τις ελληνικές Αρχές να αναλάβουν τις ευθύνες τους απέναντι σε αυτόν τον πληθυσμό που βρίσκεται σε κίνδυνο στην επικράτειά τους και να ανταποκριθούν στις ανάγκες, με την υποστήριξη των κρατών-μελών της ΕΕ, με γνώμονα την ευαλωτότητα του κάθε ανθρώπου και όχι μόνο την εθνικότητά του. 

Στην έκθεση «Στην Ελλάδα του 2016: Οι ευάλωτοι άνθρωποι μένουν πίσω», οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα επισημαίνουν τα κενά στο υπάρχον σύστημα που αρχικά δεν εντοπίζει και δεν αναγνωρίζει τους ευάλωτους ανθρώπους και στη συνέχεια δεν τους παρέχει την κατάλληλη προστασία και φροντίδα. «Είναι φοβερό το γεγονός ότι επτά μήνες μετά τη συμφωνία ΕΕ - Τουρκίας τα ευάλωτα άτομα στην Ελλάδα εξακολουθούν να μην λαμβάνουν την κατάλληλη φροντίδα.Τα hotspots στα νησιά λειτουργούν στο 200% της χωρητικότητάς τους και οι υπηρεσίες στους καταυλισμούς στην ηπειρωτική χώρα είναι ανεπαρκείς», σημειώνει ο Λοΐκ Ζεζέρ (Loic Jaeger), Επικεφαλής της αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην Ελλάδα. «Οι χρηματοδοτούμενες από την ΕΕ δράσεις καθυστερούν πολύ και το δημόσιο σύστημα υγείας στην Ελλάδα αδυνατεί να ανταπεξέλθει. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι πιο ευάλωτοι άνθρωποι να εγκαταλείπονται χωρίς τη φροντίδα που απεγνωσμένα χρειάζονται».

Επιπλέον, η έκθεση σκιαγραφεί το πώς η καλή ψυχική υγεία των ανδρών, των γυναικών και των παιδιών επηρεάζεται από την επισφαλή κατάσταση τους και το αβέβαιο μέλλον: «Οι άνθρωποι με τους οποίους δουλεύουμε έχουν τραυματιστεί απίστευτα ψυχολογικά στις χώρες καταγωγής τους και στο ταξίδι προς την Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή, είναι εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα και αυτό τους κάνει να νιώθουν σαν να βρίσκονται σε μια ανοιχτή φυλακή», αναφέρει η Χριστίνα Σιδέρη, ψυχολόγος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα. «Επιπλέον, η διαδικασία ασύλου είναι τόσο αργή που πολλοί θα έχουν  το πρώτο τους ραντεβού για το άσυλο τον Απρίλιο και τον Μάιο του επόμενου έτους. Αυτή η καθυστέρηση και η συνεχής αβεβαιότητα για το μέλλον τους είναι καταστροφικές για αυτούς τους ανθρώπους».

Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, ο οποίες έβλεπαν τον περασμένο χειμώνα, τους ανθρώπους να υποφέρουν στις σκηνές έξω στο κρύο, ανησυχούν επίσης για την έλλειψη σχεδιασμού για  τον επόμενο χειμώνα. «Ακούμε για ένα εθνικό σχέδιο για μήνες τώρα», λέει ο Ζεζέρ. «Αλλά οι άνθρωποι εξακολουθούν να ζουν σε σκηνές στη Βόρεια Ελλάδα όπου η θερμοκρασία έχει ήδη πέσει στους 5 °C. Πώς μπορεί η Ευρώπη να αφήσει αυτούς τους ανθρώπους στο κρύο για έναν ακόμη χειμώνα;».

Η απροθυμία ή η αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης να αναλάβει ηγετικό ρόλο και να διασφαλίσει τη σωστή συνεργασία με τους άλλους φορείς έχει σοβαρό αντίκτυπο στην ποιότητα και την ταχύτητα της ανταπόκρισης. Ομοίως, η εσκεμμένη αμέλεια της ΕΕ και των κρατών-μελών της στην παροχή ενός αποτελεσματικού συστήματος μετεγκατάστασης για όσους αναζητούν την ασφάλεια και την προστασία, παρατείνει και εντείνει τον πόνο. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα καλούν την ΕΕ και τις ελληνικές Αρχές να αντιμετωπίσουν άμεσα τις ανάγκες των πιο ευάλωτων ανθρώπων και να διευκολύνουν τις νόμιμες και ασφαλείς οδούς ώστε να γίνουν γρήγορα δεκτοί σε άλλες χώρες της Ευρώπης.