γράφει ο 

Βασίλης Μυλωνάς

 

Πέρα στα πέρα Μάρκετ, με τις χρυσές δουλειές,

βάλαν ένα καλάθι, που ’χει ψωμί κι ελιές.

 

Του Άδωνι ιδέα, ήταν του υπουργού

και το ’παν το καλάθι, βρε, του Νοικοκυριού!

 

Σ’ όλα τα Σούπερ Μάρκετ, μια καλαθάρα, να!

Να τρέξει να ψωνίσει, όλη η φτωχολογιά.

 

Πάω κι εγώ ο καημένος, παιδιά, να ψωνιστώ,

απ’ το καλάθι, ο έρμος, να ψιλοβολευτώ.

 

Ψάχνω στο Σούπερ Μάρκετ, καλάθι πουθενά,

βλέπω μια κοπελίτσα, φορούσε και ποδιά.

 

Ρωτώ ξαναρωτώ τη, πού είναι τα φτηνά,

μου λέει είναι στα ράφια, με στάμπα στα χαρτιά.

 

Φοράω τα γυαλιά μου και ψάχνω εδώ κι εκεί

και βρίσκω μακαρόνια, πατάτες και φακή.

 

Βρίσκω και μπεϊμπιλίνα, να μη μου χρειαστούν,

για μένα όλα έχουν, τιμή…ελεφαντοστούν.

 

Βλέπω μια κοπελιά άλλη, με τα ξανθά μαλλιά

κι εκείνη τη ρωτάω, πού είναι τα φτηνά;

 

-Παππού είναι μπροστά σου, γιατί δεν προσπαθείς;

Για βγάλε τα γυαλιά σου και ίσως να τα δεις!

 

-Κι εγώ έχω γέρον άντρα και δυό μικρά παιδιά,

ψωνίζω από το Μάρκετ, φασόλια και κουκιά!

 

-Πες πού είναι, κοπέλα, η καλαθάρα αυτή,

που ο Γεωργιάδης, μας βούιξε τ’ αυτί;

 

-Που το διαλαλάει κι όλο χαμογελά,

νομίζω πως μας βάζει, σ’ ακόμη έναν μπελά!

 

-Να ψάχνουμε να βρούμε, τιμές, λέει, σταθερές,

που τις διπλασιάσαν, σίγουρα από προχθές!

 

-Αυτό η ΕΛΣΤΑΤ το λέει, κοπέλα κι όχι εγώ,

μας έχουν ροκανίσει, σύνταξη και μισθό!

 

-Αφού τα ανεβάσαν, στα ύψη τ’ αγαθά,

τώρα με το καλάθι, κάνουνε σαματά!

 

-Μέσα στην Πανδημία, κάναν χρυσές δουλειές,

στα Σούπερ και στα σπίτια, με τις παραγγελιές!

 

-Μαζέψανε χρυσάφι, όλο αυτόν τον καιρό,

μα… τώρα δεν αντέχουν, με τον πληθωρισμό!

 

Αυτά λέω και ψάχνω και βρίσκω…αρακά

και λέω, για στάσου, πόσο, κόστιζε πιο μπροστά;

 

Σκοτίζω το μυαλό μου, για να το θυμηθώ,

μα, ο Κύριος ανάστα, την άκρη δε θα βρω.

 

Κι εκεί που…ερευνούσα, να, άλλη κοπελιά,

να ’ναι ανασκουμπωμένη, απ’ την πολλή δουλειά.

 

Ρωτώ, ξαναρωτώ τη, κοπέλα, δε μου λες,

εδώ στο Σούπερ Μάρκετ, τι άλλαξε από χθες;

 

Μου λέει, αχ, παππούλη και με παρηγορεί,

ψάξε για καμιά φάβα, γιαούρτι και τυρί!

 

Της λέω, κοπελιά μου, δεν ψάχνω εγώ γι’ αυτά,

μα θέλω τσιπουράκι, τσιγάρα και κρασιά!

 

Χαμογελάει και λέει, παππού αυτά που θες,

τώρα είναι μονάχα, για τους εφοπλιστές!

 

-Εσύ πίνε νεράκι, που είν’ υγιεινό,

παράτα το τσιγάρο και άκου τον γιατρό!

 

Κι εγώ που την ακούω, της λέω, βρε κοπελιά,

τώρα ζωή ν’ αλλάξω, με τ’ άσπρα τα μαλλιά;

 

-Που ’ν’ τ’ Άδωνι τα λόγια, που έλεγε εχθές;

Μου λέει η κοπέλα, παππού ήταν…μπαλωθιές!

 

Και μες στο Σούπερ Μάρκετ, μού στρίβουν τα μυαλά,

θα πίνω, θα καπνίζω…με άδεια την κοιλιά.

 

Βασίλης Μυλωνάς

Ξεριάς, 03/11/2022