Τοποθέτηση του Δημήτρη Εμμανουηλίδη στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής σχετικά με τον ιστορικό χαρακτήρα και τον ρόλο της Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων. 12 Μαΐου 2016

Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι γνωστό ότι ο χώρος και ο χρόνος είναι οι ορίζουσες της ατομικής και συλλογικής ζωής. Όσον αφορά το χρόνο, η καθημερινότητα με τη συμβατικές δουλείες της αποστερεί από τον καθένα μας τη δυνατότητα του να επιλέξει και να ασχοληθεί με τα ουσιωδέστερα. Και τι άραγε είναι ποιο ουσιώδες από το να βρούμε τη χαμένη επαφή με την έντυπη καταγραφή της ιστορικής διαδρομής μας. Άλλωστε «οιος οδ’ εστί νόστοι της ιστορίης εν μαθήσει». Σε σχέση με το χώρο, αποδεχόμενοι την αναγκαιότητα της συμμετοχής στην παραγωγή νομοθετικού έργου, η καθημερινότητα μας αναλώνεται σε αίθουσες συνεδριάσεων. Κι όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, μέσα στο κτίριο του Κοινοβουλίου ενυπάρχει ο χώρος της κεντρικής Βιβλιοθήκης, χώρος που θα μπορούσε και θα έπρεπε να λειτουργήσει για τον καθένα μας μέσω της μελέτης του προσφερόμενου αρχειακού υλικού ως πυξίδα για την ασφαλή και έγκαιρη κοινοβουλευτική μας πορεία. Η κοινοβουλευτική μας παρουσία και δράση πέρα από το πολιτικό επίδικο πρέπει παράλληλα να εστιαστεί και στο επίδικο του καθαρού λόγου. Έχοντας υπόψη το «Εν αρχή ην ο Λόγος», θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι όσο εκφυλίζεται και συρρικνώνεται ο λόγος, τόσο στενεύουν τα όρια της σκέψης.

Επιχειρώντας μια σύγκριση του παραγόμενου σήμερα κοινοβουλευτικού λόγου με παλιότερες κοινοβουλευτικές περιόδους θα οδηγούμασταν σε μια οδυνηρή διαπίστωση υποβάθμισης του κοινοβουλευτικού λόγου. Η Βιβλιοθήκη εν προκειμένω, με τα πρακτικά των συνεδριάσεων, θα μπορούσε να γίνει μια πηγή απ’ όπου θα αντλήσουμε στοιχεία του καθαρού πολιτικού λόγου που ξεδιπλώνει και καθαρές πολιτικές σκέψεις και πολιτικές πράξεις. Λόγος πολιτικός ενός Βενιζέλου, ενός Κανελλόπουλου, ενός Ηλιού είναι πηγές άρδευσης αυτής της καθαρότητας του λόγου και πρότασή μου είναι αυτούς τους χώρους της Βιβλιοθήκης επιτέλους να τους έχουμε ως οικείους, πέρα από το Καφενείο και το Εντευκτήριο, να γίνουν χώροι καθημερινής παρουσίας. Θα πρέπει επομένως, να βρει ο κοινοβουλευτικός επαφή με αυτόν το χώρο που θα αρδεύσει τη σκέψη και τον καθαρό λόγο.

Οι πίνακες που υπάρχουν σε όλους τους χώρους της Βουλής δίνουν μια ανάσα αισθητικής και έτσι μια περιδιάβαση της διαδρομής των εικαστικών. Αποτελεί στην ουσία μια μικρή εθνική πινακοθήκη. Το ερώτημα είναι - γνωρίζουμε βέβαια την οικονομική δυσπραγία – αν σήμερα υπάρχουν τέτοιες πρωτοβουλίες κύριε Πρόεδρε της Βουλής, ώστε να εμπλουτίζεται αυτή η Πινακοθήκη από έργα σύγχρονων δημιουργών, που σε τελευταία ανάλυση πέρα από την ουσιαστική αξία επικοινωνίας με το διαχρονικό πολιτισμό δημιουργούν προϊόντος του χρόνου και μια υπεραξία οικονομική. Σας ευχαριστώ.