Το μονοπάτι της Μεσορόπης έχει αυτό που λείπει από τα υπόλοιπα: άφθονα νερά.

 

Μία καλή επιλογή για το καλοκαίρι είναι να πάρει κάποιος τα βουνά.

 

Στο μονοπάτι της Μεσορόπης θα συναντήσουν οι επισκέπτες θα βρουν βάθρες και καταρράκτες και περιμένουν εκεί όλες τις εποχές του χρόνου τον κόσμο να ζήσει νέες περιπέτειες.

 

 

Το μονοπάτι διαμορφωμένο το 2006 από το δασαρχείο Καβάλας, επιτρέπει την πρόσβαση σε μέρη σπάνιας ομορφιάς με  μικρούς καταρράχτες και  λίμνες, διαθέτει παγκάκια και κιόσκια στα σημεία ξεκούρασης, προστατευτικούς φράκτες, ξύλινα γεφυράκια και πέτρινα σκαλοπάτια σε μέρη που ήταν κακοτράχαλα και γλιστερά.

 

Το σημαντικότερο είναι πως όλα αυτά υπακούουν σε μια σωστή αισθητική, που σε κανένα σημείο δεν προσβάλει τη φύση ή τον περιπατητή. Η διαμόρφωση αυτή φτάνει μέχρι τη Σπηλιά "Βοσκοβρύση"  (Τσομπάν Σουί)  διανύοντας μια απόσταση 5 περίπου χιλιομέτρων.

 

 

Η διαδρομή του μονοπατιού 

 

Το χωριό της Μεσορόπης βρίσκεται στο 36ο χιλιόμετρο της παλιάς εθνικής οδού Καβάλας- Θεσσαλονίκης.

 

Ο επισκέπτης μπορεί να αφήσει το αυτοκίνητο στην πλατεία του χωριού ή  να οδηγήσει  λίγα μέτρα ακόμα, στρίβοντας μετά την πλατεία στο πρώτο στενό δεξιά,  λίγο πριν το πρώτο ρέμα με την πέτρινη γέφυρα.

 

Από εκεί, ακολουθώντας τον χωματόδρομο, φτάνει στο σημείο όπου βρίσκεται η λίμνη "Ομβριός"  όπου γίνεται ο αγιασμός των υδάτων  του χωριού σε υψόμετρο 400 μέτρων και το οποίο θεωρούμε ως σημείο εκκίνησης.

 

Όπως περιγράφει ο Ελληνικός Ορειβατικός Σύλλογος Καβάλας, το νερό κάνει αισθητή την παρουσία του από την αρχή. Σε λιγότερο από πέντε λεπτά, περνάμε για πρώτη φορά το ποτάμι από την ξύλινη γέφυρα. Αν ο καιρός είναι καθαρός, από τα πρώτα αυτά λεπτά, ακριβώς μπροστά μας, διακρίνεται η ψηλότερη κορυφή του Παγγαίου, το Μάτι, με τη χαρακτηριστική κεραία της ΕΡΤ.

 

Περπατώντας στο μονοπάτι προσπερνάμε διασταύρωση που οδηγεί σε κιόσκι και διαμορφωμένο χώρο και συνεχίζουμε ακολουθώντας τις πινακίδες. Να σημειωθεί ότι το καλοκαίρι , το μονοπάτι είναι ελάχιστα ορατό  εξ' αιτίας του ύψους των φυτών της φτέρης, χωρίς όμως να υπάρχει κίνδυνος να χαθείς.

 

Σε διάστημα μισής ώρας, έχουμε φτάσει σε μεγάλο πλάτανο σε υψόμετρο 500 μέτρα, με παγκάκι από κάτω του.

 

Μισή ώρα αργότερα, σε υψόμετρο 650 μέτρα, λίγο μετά από έναν όμορφο καταρράκτη που αξίζει την στάση μας, θα περάσουμε το ποτάμι από τη δεύτερη γέφυρα, αφήνοντάς το στα δεξιά μας.

 

Το μονοπάτι έχει ήδη αρχίσει να ανηφορίζει και  με τη βοήθεια των διαμορφωμένων σκαλιών μας οδηγεί (αφού προσπεράσουμε σάρα με πέτρες) στη συμβολή δύο ρεμάτων σε χαρακτηριστικό πλάτωμα με πλατάνια και παγκάκι. Ακολουθώντας το αριστερό ρέμα, συναντάμε ξανά το νερό που σχηματίζει όμορφα δαντελωτά σχέδια καθώς κυλά στους βράχους.

 

Στο σημείο αυτό συναντάμε και βρύση ενώ υπάρχει και παγκάκι για ξεκούραση. Συνεχίζοντας, σε υψόμετρο 840 μέτρα, περνάμε για τρίτη και τελευταία φορά το ποτάμι. (Προσοχή να μην ακολουθήσουμε τα σκαλιά στα αριστερά που υπάρχουν πριν τη γέφυρα).

 

Αφήνοντας το ποτάμι πίσω μας, βγαίνουμε σε ξέφωτο με την ονομασία "Πουλιάνα" (εδώ το καλοκαίρι θέλει προσοχή λόγω της ψηλής φτέρης που κάνει δυσδιάκριτο το μονοπάτι). Κάνοντας διαδοχικά ζικ-ζακ στη γυμνή πλαγιά, προσπερνάμε ένα ακόμα παγκάκι και μια κατεστραμμένη καλύβα για να ξανασυναντήσουμε τα ξύλινα κάγκελα του μονοπατιού.

 

Αυτά, θα μας οδηγήσουν με ασφάλεια, πρώτα μέσα στο δάσος με τις οξιές και, στη συνέχεια, αφού κατηφορίσουν την πέτρινη σκάλα και περάσουν σύρριζα τη βάση των βράχων , ανηφορίζουν για να φτάσουμε στη  σπηλιά της Βοσκοβρύσης (οι ντόπιοι την ονομάζουν Βοσκότρυπα ή Τσομπάνσουί). Από το χωριό μέχρι εδώ χρειαζόμαστε περίπου 3 ώρες.

 

Αν ο στόχος μας είναι οι ψηλές κορυφές του Παγγαίου και τα καταφύγιά του θα πρέπει, αφού συναντήσουμε τα ξύλινα κάγκελα μετά την καλύβα,  να εγκαταλείψουμε το διαμορφωμένο μονοπάτι, στην πρώτη αριστερή φουρκέτα που κάνει, συνεχίζοντας ίσια (βορειοανατολικά). 

 

Με έντονα ανηφορική πορεία, προσπερνάμε από δεξιά τη συστάδα των δέντρων που βρίσκεται μπροστά μας και κατευθυνόμαστε στο δεξιότερο και ψηλότερο σημείο της πλαγιάς, μέχρι το ύψος των 1.250 μέτρων (υπάρχουν κορδέλες και πιο ψηλά πάσσαλοι που δείχνουν  τη σωστή πορεία). Εδώ θα συναντήσουμε υπολείμματα παλιάς στάνης.

 

Στο σημείο αυτό τραβερσάρουμε την πλαγιά  προσπερνώντας τα πρώτα δένδρα και αμέσως κατηφορίζουμε προς το ρέμα με βορειοανατολική κατεύθυνση προσέχοντας να ακολουθούμε τις κορδέλες και τα σημάδια. Με στόχο την απέναντι πλαγιά, προσπερνάμε το ρέμα "Άμμος" και αρχίζουμε να ανηφορίζουμε για να μπούμε στο δάσος με τις οξιές.

 

Στα πρώτα δένδρα  διακρίνεται το φαρδύ, σηματοδοτημένο μονοπάτι που θα πρέπει να ακολουθήσουμε, να τραβερσάρει  τη δασωμένη πλαγιά. Στη συνέχεια όμως θα πρέπει να το εγκαταλείψουμε και να ακολουθήσουμε μικρότερο μονοπάτι που μας οδηγεί έξω από το δάσος, ανεβαίνοντας την απότομη και γυμνή τώρα πια πλαγιά.

 

Στόχος μας είναι οι δύο μοναχικές οξιές που διακρίνονται στο ανατολικότερο σημείο της ακολουθώντας τους πασσάλους. Αμέσως μετά τις οξιές τραβερσάρουμε δεξιά και φτάνουμε σε πέντε λεπτά στη βρύση "Καρτάλη". Πρόκειται για τα υπολείμματα παλιάς ποτίστρας που δυστυχώς το νερό της έχει χαθεί και βγαίνει τώρα αρκετά μέτρα πιο χαμηλά από το μονοπάτι.  Ανηφορίζουμε γλυκά με ανατολική κατεύθυνση μέχρι την επόμενη ράχη.

 

Τραβερσάρουμε για άλλα 15 λεπτά παράλληλα με το δρόμο που βρίσκεται ψηλότερα, προσπερνάμε μικρό ρέμα και ανηφορίζουμε λίγο για να βγούμε στον ασφαλτοστρωμένο δρόμο που έρχεται από Ελευθερούπολη, δίπλα σε δάσος με πεύκα. Στρίβουμε αριστερά ακολουθώντας το δρόμο για 100 μέτρα και αμέσως στρίβουμε πάλι δεξιά σε κατεστραμμένο χωματόδρομο, έχοντας δεξιά μας το πευκοδάσος.

 

Λίγο πιο πάνω ο δρόμος διχάζεται. Αν ακολουθήσουμε την αριστερή κατεύθυνση, θα φτάσουμε κάτω από την κορυφή Αυγό και στο καταφύγιο Χατζηγεωργίου. Α κολουθώντας τη δεξιά κατεύθυνση, σε 10 λεπτά θα συναντήσουμε το καταφύγιο του Ε.Ο.Σ. Καβάλας.

 

Η σπηλιά με το ορμητικό νερό

 

Η σπηλιά από όπου ξεχύνεται το ορμητικό νερό, περιέχει στοιχεία πλούσιου κάλλους και ενδιαφέροντος. Από  μια στενή είσοδο όπου δύσκολα μπαίνει άνθρωπος,  βρισκόμαστε στον προθάλαμο που αποκτά ύψος, και όρθιοι πλέον , μπορούμε να προχωρήσουμε  σε νερό μέχρι πάνω από το γόνατο και μόνιμης θερμοκρασίας 7 βαθμών. Ανάμεσα από σταλακτίτες και με την απαραίτητη χρήση των φακών κεφαλής, μπορούμε να περπατήσουμε για 50 περίπου μέτρα.

 

Στην συνέχεια η σπηλιά πλαταίνει δημιουργώντας μια μεγάλη και βαθιά λίμνη στην οποία για να συνεχίσεις πρέπει να κολυμπήσεις. Η πορεία σταματά σε σημείο που το πέρασμα του νερού βαθαίνει και στενεύει τόσο, που μόνο εξοπλισμένοι με φιάλες κατάδυσης και διάθεση εξερευνητικής περιπέτειας μπορούμε να εισδύσουμε στα ένδον μυστικά της.

 

 

Πληροφορίες, φωτογραφία: Ελληνικός Ορειβατικός Σύλλογος Καβάλας