γράφει ο
Βύρων Δημητριάδης
«…Και μια που μιλάμε για «δικαστές» και δικαστές μήπως – λέω μήπως- σας φάνηκε σα να «αδειάζει» την ηρωική εισαγγελέα κατά της Διαφθοράς, την Ελένη την Τουλουπάκη τo «mea coulpa» του Αλέξη Τσίπρα που κατέθεσε στο Συνέδριο της σφηκοφωλιάς τού ιστορικού αναθεωρητισμού της «Καθημερινής»; Γαμώτο μου…».
Κλείνοντας, τότε (19/3), το σχόλιο «Το κράτος των Δικαστών» σαν υστερόγραφο αναφέρθηκα στη Δικαστικό που υπηρέτησε ένα ουτοπικό κράτος δικαίου σε αντίθεση με τον πολιτικό που υπηρέτησε ένα νεοφιλελεύθερο κράτος – ένα κράτος που ενώ φρόντισε να κυνηγήσει τη λειτουργό Δικαιοσύνης, κράτησε στις εφεδρείες τον πρώην πρωθυπουργό αφού πρώρα τον ανάγκασε να παραδεχτεί τα λάθη του. Αληθειοφόρο συμβάν που έμεινε στα αζήτητα έως ότου το επανέφερε στη δημοσιότητα ο Κώστας Βαξεβάνης στα «Μυστικά και Docuμέντα» του (27/10) περιγράφοντας μια «Βουλή που έχει εκφυλιστεί σε νονό των παράνομων δια αυτών των ιδίων νόμων»:
«…Ο Γιώργος Φλωρίδης – υπ. Δικαιοσύνης – δημοσίευσε σε ΦΕΚ το τερατούργημά του στις 23 Φεβρουαρίου 2024…έκανε τη δική του παρέμβαση στον κώδικα αλλάζοντας 57 λέξεις. Με τον τρόπο αυτό αποκαλύπτονται τα ονόματα των προστατευόμενων μαρτύρων στο σκάνδαλο της Novartis…
Θα περίμενε κάποιος ότι …οι πρώην υπουργοί Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ θα κατήγγειλαν τη μεθόδευση αποκάλυψης των μαρτύρων. Δεν το έκαναν. Αντιθέτως λίγες ημέρες αργότερα, στις 3 Μαρτίου, ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στο συνέδριο της «Καθημερινής» χαρακτήρισε ατυχείς τους χειρισμούς στην υπόθεση της Novartis σε σχέση με τις παραπομπές πολιτικών προσώπων. Η δήλωσή του δεν είχε κάποια σχέση με την επικαιρότητα και γι’ αυτό ακριβώς εκλήφθηκε ως η συγνώμη του για τα όσα έγιναν. Γνώριζε ότι έτσι τουλάχιστον θα εμφανιστεί από τον φιλοκυβερνητικό Τύπο.
Σε κάθε περίπτωση, δημιούργησε το κατάλληλο πολιτικό περιβάλλον όχι για να καταγγελθεί αυτό που γίνεται με τους προστατευόμενους μάρτυρες, αλλά για να δημιουργηθεί η πεποίθηση σήμερα ότι πράγματι κάτι έτρεχε με αυτούς…». Όλοι γνωρίζουμε ότι τα πολιτικά σκάνδαλα και το οργανωμένο δια του κράτους, έγκλημα για να αποκαλυφθούν χρειάζονται «μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος» οι οποίοι προστατεύονται. Μάλιστα, με ευρωπαϊκή οδηγία (2019/1937), η οποία έλεγε τον Δεκέμβρη του 2021, τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσμοθετήσουν την προστασία των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις του δικαίου της ένωσης. Όπως υπογραμμιζόταν στην οδηγία «οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος συχνά αποθαρρύνονται και δεν αναφέρουν τις ανησυχίες τους καθώς φοβούνται αντίποινα». Ποιος όμως οφείλει προστατέψει τους «μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος»; Ασφαλώς οι δημόσιες υπηρεσίες ενός κράτους δικαίου. Όταν δεν υπάρχει κράτος δικαίου αλλά κράτος που λειτουργεί ως επιχείρηση ιδιωτικού δικαίου δεν υπάρχει ούτε «δημόσιο» ούτε «δημόσιο συμφέρον». Υπό αυτό το καθεστώς οι «μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος» είτε δεν κατάλαβαν καλά είτε παρασύρθηκαν από τα παιχνίδια των πολιτικών. Όπως και να έχει…να προσέχουν. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, κυβέρνηση ιδιωτικών συμφερόντων, με την τροποποίηση του άρθρου 213 του κώδικα Ποινικής Δικονομίας για το καθεστώς προστασίας μαρτύρων, άνοιξε το δρόμο για την κατάργηση του καθεστώτος, με αναδρομική ισχύ, καθώς έδωσε τη δυνατότητα στον εισαγγελέα «οποτεδήποτε» να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει τα μέτρα προστασίας. Κι έτσι – σύμφωνα με το ρεπορτάζ της ΕΦΣΥΝ 25/10 – έπειτα από εισήγηση της επίκουρης εισαγγελέως Ελένης Παπαδοπούλου που υπηρετεί στην οικονομική εισαγγελία, η οικονομική εισαγγελέας Παναγιώτα Φάκου έκανε δεκτό το αίτημα για άρση της προστασίας των μαρτύρων «Αικατερίνης Κελέση» και «Μάξιμου Σαράφη», που ήταν στελέχη της Novartis.
Η απόφαση αυτή στέλνει κι ένα μήνυμα να κρατήσουν το στόμα τους κλειστό όσοι ξέρουν για ό,τι ξέρουν. Είναι μια απόφαση της ελληνικής δικαιοσύνης που υπονομεύει τα θεμέλια του δημοκρατικού πολιτεύματος. Γιατί μια δημοκρατία κατ’ αρχάς για την αξιοπιστία της σε όλα και κυρίως για τις εγγυήσεις που δίνει στους πολίτες της μέσα από το θεσμικό πλαίσιο του δικαστικού συστήματος…
Αυτό το διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα που ισοπέδωσε τη διάκριση των εξουσιών, που μετέτρεψε τη Δικαιοσύνη σε παραμάγαζο του μεγάρου Μαξίμου, που κατεδάφισε τη νομοθεσία και εξευτέλισε απέναντι στους πολίτες την αξιοπιστία κάθε κρατικής και θεσμικής εξουσίας εκεί στην κορυφή τον κύριο υπεύθυνο. Κυριάκος Μητσοτάκης λέγεται.
«…Σε αυτό το κράτος – υποστηρίζει ο Ολύμπιος Δαφέρμος – δεν ισχύει πια παρά μόνο η θέληση του ενός ανδρός. Και αυτό ασκείται ανενδοίαστα ολοένα και πιο πολύ υπέρ των πολιτικών συμφερόντων του, έστω και αν έτσι καταπατείται η νομιμότητα (ιδιωτικά πανεπιστήμια, παρακολουθήσεις, αναθέσεις, Τέμπη, Πετσοχορηγίες κ.α). ουδόλως τον ενδιαφέρει αν έτσι αποδιαρθρώνει τους θεσμούς πάνω στους οποίους στηρίζεται η πολιτεία και οι οποίοι συντελούν στη λογική και αποδεκτή – λίγο πολύ – λειτουργία της. Το πλήγωμα αυτό των θεσμών δεν είναι μια απλή υπόθεση που εύκολα αποκαθίσταται από μια άλλη κυβέρνηση. Στο πέρασμα του χρόνου συλλαμβάνεται από την κοινωνία ως κάτι το αυτονόητο, το συνηθισμένο, το αποδέχεται και πορεύεται με τον ίδιο τρόπο. Ποιο το αναμενόμενο αποτέλεσμα; Είμαι βέβαιος – συνεχίζει ο Ολύμπιος Δαφέρμος – ότι ο εν λόγω άνδρας δεν έχει σκεφτεί καθόλου. Δεν φαίνεται να τον ενδιαφέρει το μέλλον αυτού του τόπου. Μόνο το δικό του «αμεσοπρόεθεσμο» συμφέρον τον απασχολεί. Όμως η απαξίωση των θεσμών του αστικού κράτους, όσο ατελείς και αν είναι αυτοί, αν δεν πρόκειται να αντικατασταθούν, είναι καλύτερα να έχουν έστω και τη μερική αποδοχή της κοινωνίας παρά να μην την έχουν, γιατί αλλιώς οι δυσλειτουργίες ολόκληρης της πολιτείας αλλά και της κοινωνίας θα ενταθούν με ό,τι αυτό συνεπάγεται…».
Από την άλλη, πάλι, δεν μπορεί να διαιωνίζεται για πολύ ακόμη μια τέτοια κατάσταση όπου ο κοινοβουλευτισμός υποβαθμίζεται δια του κοινοβουλευτισμού. Θα ήθελα να μπορούσα να θέσω υπόψιν του την κριτική που αναπτύσσει για τον κοινοβουλευτισμό και τη δημοκρατία ο νομικός του ναζισμού Καρλ Σμίτ: «Το κοινοβούλιο δεν είναι πλέον ο τόπος όπου οι αντιπρόσωποι συγκρούονται αδιαφορώντας για το ατομικό τους συμφέρον και όπου αρκεί η καλύτερη επιχειρηματολογία για να πειστούν οι αντίπαλοι, αλλά μάλλον ο τόπος όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση τη βούληση των κομμάτων… Μυστικές διαβουλεύσεις που κατευθύνονται από συμφέροντα αντικατέστησαν την ελεύθερη και δημόσια συζήτηση…». Επομένως ο πρωθυπουργός, ο κυβερνήτης, ο Φύρερ, δεν χρειάζεται νομιμότητα, ούτε νομιμοποίηση για να ουρλιάξει μέσα στο κοινοβούλιο: «προστατεύω το πολίτευμα»!!! – χωρίς να αποκλείει το νταβατζιλίκι.