γράφει ο
Γιώργος Τυρολόγος
Ας ξεκινήσουμε με το παραμύθι που διηγούμαστε στους εαυτούς μας για την τουριστική ανάπτυξη. «Η τουριστική ανάπτυξη θα φέρει πλούτο, δουλειές, και διεθνή αναγνώριση!» φωνάζουν οι οραματιστές της ενώ από πίσω τους ανεμίζουν σημαίες με τοπικές λιχουδιές και γραφικά ηλιοβασιλέματα.
Τοπικοί άρχοντες και "επενδυτές" μας προσκαλούν να φανταστούμε τη γη της επαγγελίας ως έναν ατελείωτο χείμαρρο τουριστών οι οποίοι είναι έτοιμοι να ξοδέψουν χρήματα σε κάθε γωνιά του νησιού μας, να γεμίσουν τα ταμεία μας και να δώσουν νέα πνοή στην οικονομία του τόπου μας.
Κάθε καλοκαίρι, η ίδια ιστορία επαναλαμβάνεται: οι πολιτικοί μας εμφανίζονται στα κανάλια και στις εφημερίδες με πλατιά χαμόγελα και αμέτρητες στατιστικές που δείχνουν την αύξηση του τουρισμού. "Ρεκόρ αφίξεων", "εκτόξευση εσόδων", "πρώτοι σε επιλογή προορισμού", λένε με ενθουσιασμό. Και γι’αυτό παροτρύνουν να συνεχιστεί η ποσοτική και η ποιοτική αναβάθμιση του νησιού, του "τουριστικού προϊόντος" όπως το αποκαλούν!!! χωρίς να αντιλαμβάνονται, είμαι σίγουρος, τη βαρβαρότητα της ορολογίας του business language που χρίζουν στο όνομα του δήθεν μοντερνισμού. Έτσι κάθε παραλία θα πρέπει να μετατραπεί σε «resort», κάθε ταβέρνα σε «γαστρονομικό προορισμό», κάθε χωριό σε « θεματικό πάρκο ».
Πρέπει όμως να παραδεχτούμε ότι το παραμύθι αρχίζει να παίρνει στροφή προς την κωμωδία, καθώς αναρωτιόμαστε πλέον ποιον κοροϊδεύουμε περισσότερο : τους τουρίστες ή τους εαυτούς μας; Γιατί όταν ακούμε για "τουριστική ανάπτυξη" σε οποιοδήποτε κομμάτι γης του τόπου μας, ξέρουμε ήδη τι μας περιμένει. Πρόκειται για την παλιά, κλασική συνταγή του κουρμπανιού που μας σερβίρουν κάθε φορά στο πανηγύρι της "θεάς Υποκρισίας" : φτυάρι, τσιμέντο και μια δόση χρυσόσκονης για να φαίνεται όμορφο όλο αυτό το οικοδόμημα.. Α, και φυσικά, όλα αυτά βαφτίζονται "τουριστικές επενδύσεις" – γιατί οι λέξεις "καταστροφή" και "εκμετάλλευση" ακούγονται λίγο αρνητικές.
Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς. Το «όραμα» αυτό είναι συχνά γραμμένο σε μια χαρτοπετσέτα, με μισές ιδέες και πολλά ευχολόγια. Για να φιλοξενήσεις τα εκατομμύρια τουριστών χρειάζεσαι ξενοδοχεία, εστιατόρια, μπιτς μπαρ και, φυσικά, όλα αυτά πρέπει να είναι "luxury", πως αλλιώς ο κάθε συγκεχυμένος ιδεολογικά μικροαστός θα μπορέσει έστω και πλασματικά να ικανοποιήσει για 10 μέρες τον ναρκισσισμό του και να επουλώσει τα κοινωνικά του κόμπλεξ.
Αποτέλεσμα; Βλέπεις τις παραλίες που κάποτε ήταν καταφύγια φυσικής ομορφιάς, να καταστρέφονται και να αντικαθίστανται από τσιμεντένια τέρατα με ιδιωτικές πισίνες και καλαίσθητα γκαζόν που θα ζήλευαν ακόμη και τα γήπεδα γκολφ του Ντουμπάι. Κι αν βρεις πουθενά φυσική σκιά κάτω από κάποιο αρμυρίκι, τότε να είσαι βέβαιος πως είναι απλά μια προσωρινή απόλαυση πριν αναλάβει κάποιος εργολάβος να το “αξιοποιήσει” με την επόμενη επένδυση.
Γιατί η τελευταία μόδα που έχει κυριεύσει τους « επιχειρηματίες » και τους « επενδυτές » είναι η φρενήρης ανοικοδόμηση κάθε βράχου του νησιού μας. Η έντονη όμως αυτή οικοδομική δραστηριότητα και η ραγδαία αύξηση των τουριστικών καταλυμάτων, που απαντά στη συνεχώς και μεγαλύτερη ζήτηση, δημιουργεί σοβαρά προβλήματα τα οποία απειλούν το περιβάλλον, την τοπική κοινωνία και την αυθεντικότητα των τοπίων μας.
Μην θαμπώνεστε από τη λάμψη και το γκλαμ των διαφημιστικών φυλλαδίων και των εντυπωσιακών φωτορεαλιστικών απεικονίσεων που προβάλουν περήφανα στα φτηνά προχειροστημένα πανό μέσα στους αιωνόβιους ελαιώνες. Εξώδικα χαρτιά είναι κοινοποιώντας την κατάσχεση ακόμη ενός κομματιού γης με στόχο την «οικονομική αναβάθμιση του δυναμικού του ». Πόσο ωραία ακούγεται αυτός ο γλωσσικός « αχταρμάς » του newspeak της καινούργιας ράτσας των επιχειρηματιών! Πρέπει να το ομολογήσω ότι καταβάλουν μια τεράστια προσπάθεια για να θολώσουν τα νερά. Γιατί στα ελληνικά υπάρχει η λέξη που μπορεί να εκφράσει με ακρίβεια τον στόχο τους χωρίς να χρειάζεται να ψάχνουν περιφράσεις ή συνώνυμα. Είναι η λέξη, κέρδος.
Οι επενδυτές, οι «σωτήρες» μας, όταν βλέπουν μια όμορφη παραλία, ένα πράσινο δάσος, μια παρθένα ακτογραμμή η μονή σκέψη που κουδουνίζει σαν συναγερμός μέσα στο μυαλό τους είναι:
«εδώ θα μπορούσε να χωρέσει άνετα ένα resort 500 δωματίων με all-inclusive brunch και ιδιωτικές βίλες!» Οι φράσεις «διατήρηση του περιβάλλοντος», «σεβασμός της ιστορικής κληρονομιάς », «προστασία των φυσικών πόρων» είναι τόσο ξένες γι' αυτούς όσο και τα οικονομικά προβλήματα που λύνονται χωρίς κέρδος.
Φυσικά, οι επενδυτές δεν ζουν σε κάποιον άλλο πλανήτη. Αντίθετα, είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι των κοινωνιών μας, αφουγκράζονται ενστικτωδώς τον σφυγμό τους, προσαρμόζονται με μια αξιοζήλευτη ευλυγισία στη νέα τάξη των πράγματων. Συνέλαβαν έτσι την όλο και αυξανομένη ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης σχετικά με την προστασία της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς μας και μας «πλασάρουν» τα τελευταία χρονιά, βιώσιμη ανάπτυξη, πράσινες πρωτοβουλίες και φιλικές προς το περιβάλλον κατασκευές. Κι εμείς, σαν καλοπροαίρετοι θεατές της κωμωδίας χειροκροτούμε. Αλλά ας μην κοροϊδευόμαστε. Το μόνο πράσινο που ενδιαφέρει τους επενδυτές είναι το χρώμα του χρήματος.
Όλες αυτές οι υποσχέσεις για οικολογικές επενδύσεις καταλήγουν να είναι απλώς μια καλοστημένη διαφημιστική καμπάνια, για να πείσουν το κοινό ότι δεν καταστρέφουν τη φύση, αλλά την «εκμεταλλεύονται υπεύθυνα». Στην πραγματικότητα, η μόνη ευθύνη που αναλαμβάνουν είναι να σιγουρευτούν ότι θα πάρουν την επόμενη μεγάλη απόδοση της επένδυσής τους.
Ο πρωταρχικός παράγοντας της καταστροφής στην οποίαν μας οδηγούν οι φωτισμένοι αυτοί άνθρωποι δεν είναι η ποιότητα των κατασκευών τους αλλά η ποσότητα. Δέκα παράγκες ψαράδων χτισμένες με λαμαρίνες και ξύλα και επενδυμένες ίσως και μια πλάκα αμίαντου κάτω από τη σόμπα πληγώνουν αναμφίβολα πολύ λιγότερο τον τόπο από εκατό πολυτελέστατες βίλλες «πράσινων» προδιαγραφών με τις γιγάντιες πισίνες, απαραίτητη πηγή έμπνευσης για τις « Instagram Stories » του κάθε νεόπλουτο τουρίστα και όχι μόνο που σέβεται τον εαυτό του.
Και έτσι φτάνουμε στο αποκορύφωμα του δράματος : τη στιγμή που όλοι συνειδητοποιούν ότι η «τουριστική ανάπτυξη» ήταν τελικά μια μεγάλη φούσκα, η οποία δεν έχει τίποτα να προσφέρει πέρα από βραχυπρόθεσμα κέρδη και μακροπρόθεσμη καταστροφή. Γιατί ενώ συνεχίζουμε να ελπίζουμε ότι οι τουρίστες θα συνεχίσουν να έρχονται κατά χιλιάδες, ξεχνάμε πως η πραγματική ανάπτυξη χρειάζεται μια πολυδιάστατη οικονομία. Μια οικονομία που επενδύει σε καινοτομία, βιώσιμες πρακτικές και στην εκπαίδευση των ανθρώπων της. Αλλά ποιος έχει χρόνο για όλα αυτά; Είναι πιο εύκολο να χτίσουμε ακόμη ένα ξενοδοχείο-θωρηκτό, να ανοίξουμε ακόμη ένα μπαρ στην παραλία.
Ποιος νοιάζεται για στρατηγικές μακροχρόνιας ανάπτυξης, όταν μπορούμε απλώς να φέρουμε περισσότερα αυτοκίνητα, ιστιοφόρα και να γεμίσουμε τις παραλίες μας με φτηνές ξαπλώστρες;
Μα θα μου πεις, αυτό φέρνει θέσεις εργασίας! Φυσικά, γιατί ποιος δεν θέλει να εργάζεται δώδεκα ώρες την ημέρα, να κοιμάται σε ένα δωμάτιο με άλλους πέντε και να κερδίζει έναν βασικό μισθό; Και όλα αυτά για μερικούς μήνες το χρόνο, μέχρι το επόμενο καλοκαίρι.
Αφού έχουμε μετατρέψει κάθε γραφικό σοκάκι σε εμπορικό κέντρο και κάθε παραλία σε πλαζ οργανωμένη με ξαπλώστρες και ομπρέλες, ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη σκληρή πραγματικότητα: οι τουρίστες δεν ξοδεύουν όσο θα θέλαμε. Κι εμείς, που ελπίζαμε να γεμίσουμε τα ταμεία μας με τα δολάρια και τα ευρώ τους, καταλήγουμε να τρέχουμε πίσω από δάνεια και ευρωπαϊκά κονδύλια για να συντηρήσουμε την τουριστική φούσκα που δημιουργήσαμε.
Γιατί κάθε χρόνο όταν η τουριστική σεζόν τελειώνει, η πραγματικότητα χτυπά πάντα με δύναμη την πόρτα. Τα χρήματα που περίμεναν να κατακλύσουν την τοπική οικονομία απλώς δεν ήρθαν ποτέ ή διασκορπίστηκαν στους ίδιους γνωστούς-άγνωστους «μεγάλους παίκτες». Οι νέες θέσεις εργασίας ήταν εποχιακές και χαμηλά αμειβόμενες, και ο τουρισμός έφερε μαζί του περισσότερη κίνηση, ρύπανση και μια άνευ προηγουμένου επιβάρυνση στο περιβάλλον.
Οι υποσχέσεις για υποδομές που θα υποστήριζαν τη «μεγάλη ανάπτυξη» δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ. Οι δρόμοι έμειναν ημιτελείς, τα αποχετευτικά συστήματα υπολειτουργούν, και η μόνη ανάπτυξη που βλέπουμε είναι στις τιμές των ακινήτων και στην απώλεια της τοπικής ταυτότητας.
Η ειρωνεία; Η ίδια αυτή τουριστική ανάπτυξη που προωθούμε με τόσο πάθος είναι αυτή που καταστρέφει τη βάση της ύπαρξής της. Με κάθε νέο ξενοδοχείο που χτίζεται, κάθε παραλία που γίνεται πιο εμπορική, κάθε δέντρο που κόβεται για να ανοίξει χώρος για μια ακόμα τουριστική μονάδα, πλησιάζουμε λίγο πιο κοντά στην αυτοκαταστροφή. Είναι σαν να βρισκόμαστε σε έναν ξέφρενο χορό που γνωρίζουμε ότι θα τελειώσει άσχημα, αλλά δεν μπορούμε – ή δεν θέλουμε – να σταματήσουμε. Η φύση, οι πολιτιστικοί θησαυροί, οι τοπικές κοινωνίες – όλα αυτά που διαφημίζουμε στους τουρίστες – γίνονται θυσία στο βωμό μιας κοντόφθαλμης ανάπτυξης.
Είναι καιρός να αλλάξουμε το αφήγημα. Να παραδεχτούμε ότι ο τουρισμός έχει κόστος, και ότι πρέπει να βρούμε τρόπους να τον κάνουμε βιώσιμο. Να αναγνωρίσουμε ότι η προστασία των φυσικών πόρων δεν είναι πολυτέλεια, αλλά αναγκαιότητα. Αν δεν το κάνουμε, τότε η τουριστική μας "επιτυχία" δεν θα είναι τίποτα περισσότερο από μια πρόσκαιρη λάμψη που θα σβήσει μαζί με τους πόρους μας. Και τότε, ποιος θα θριαμβολογεί;
Προς το παρόν όμως ας συνεχίσουμε να καλωσορίζουμε τους τουρίστες στο Luxury Hotel μας "Η Ανάπτυξη". Η είσοδος μπορεί να κοστίζει ακριβά σε χρήματα, αλλά η έξοδος θα στοιχίσει πανάκριβα στα τοπία, στον πολιτισμό και στους φυσικούς πόρους που το νησί μας κατάφερε να προστατέψει για πολλούς αιώνες θεωρώντας προφανώς ότι ήταν ο μόνος θησαυρός που άξιζε να κληροδοτήσει στις επόμενες γενιές. Δεν γνωρίζω ποια είναι η τιμή εκτίμησης του θησαυρού αυτού από την «αγορά». Είμαι όμως σίγουρος ότι οι «επενδυτές» κάτι θα έχουν καταχωρήσει στο κελί «Σύνολο» του αρχείου Excel κάποιου «business plan».