γράφει ο

Βασίλης Μυλωνάς

 

Πω, πω, χαρές κι αναγαλιές, λαός και ηγεσία,

σήμερα απαλλαχτήκαμε, από την Εποπτεία!

 

Μέρα πολύ σημαντική, η εικοστή Αυγούστου,

όπου πετάμε τα δεσμά, χειρών, ποδών και μπούστου!

 

Δώδεκα χρόνια τράβηξε, αυτή η ιστορία

και παρά τρίχα να ’ρχονταν και η χρεωκοπία!

 

Θυμάστε τον Ντάισελμπλουμ, Σόιμπλε και Αγγέλα,

που μας χορεύαν στο ταψί και μας ερχόταν τρέλα!

 

Γιωργάκης, Καστελόριζο, αυτό σας λέει κάτι,

που έφερε το Δου Νου Του…και το ψωμί κι αλάτι;

 

Κι ο Σαμαράς, άλλος κι αυτός, μαζί κι ο Βενιζέλος,

που βούλιαξαν τον γάιδαρο κι αυτοί μέσα στο έλος;

 

Κι ο Τσίπρας, γειά σας ρε παιδιά, χτυπούσε το νταούλι,

έσκιζε τα μνημόνια, οι άλλοι ήταν δούλοι!

 

Μα, όταν μπήκε στον χορό, ήθελε πεντοζάλη,

μα τον χορέψανε ταγκό, Γιούνκερ και κάποιοι άλλοι!

 

Και ήρθε ο Κυριάκος μας κι ίσως διά μαγείας,

έφερε τέλος της σκληρής, αυτής της Εποπτείας!

 

Δώδεκα χρόνια, είπαμε, τράβηξε το μανίκι,

τώρα γίναμε αφεντικά, πάλι στ’ αρματολίκι!

 

Παιδιά, θ’ αποφασίζομεν, τι θέλομεν γαρίδες,

καβούρια, μήπως αστακό, σαλάτα με γλιστρίδες;

 

Στη Μύκονο διακοπές, παιχνίδι στο καζίνο

ή το Σαββατοκύριακο, μια βόλτα στο Λονδίνο;

 

Δε θα ’χουμε τον Σόιμπλε, για να μας λέει «νάιν»,

μα τη μαμά εφτά παιδιών, Ούρσουλα φον ντερ Λάιν!

 

Που ’ναι καλή κι ευγενική και όλο μας παινεύει

κι όχι η Τρόικα που ’ρχονταν…κουκιά να μαγειρεύει!

 

Κυριάκο μου σε άκουσα, το ’πες με παρρησία,

πως τα μνημόνια τέλειωσαν, τέλος κι η Εποπτεία!

 

Θυμάσαι τι τραβήξαμε, πόσες αυτοκτονίες

και πόσοι αναξιοπαθείς, τρώγαν στις εκκλησίες!

 

Να πω για τις συντάξεις μας, που ’ναι κουτσουρεμένες

ή να σου πω για τις τιμές, που ’ναι…μ@λ@κισμένες;

 

Εσύ τα ξέρεις πιο καλά, σίγουρα, από μένα,

μα σου τα λέω χοντρικώς, να τα ’χεις και γραμμένα!

 

Κοίταξε τη φτωχολογιά κι άσε τους παραλήδες,

τώρα που απαλλαχτήκαμε, από τους μπελαλήδες!

 

Αλλιώς, Κυριάκο, ξέρε το, σε κάθε δυσκολία,

εσύ θ’ ακούς τα σχολιανά, δίχως την εποπτεία!

 

Γιατί, πρωθυπουργάρα μου, ως τώρα το μπορούσες,

κάθε θηλιά και βουρδουλιά και τη δικαιολογούσες!

 

-Δε μας αφήνει ο Σόιμπλε, η Τρόικα, οι δανειστές μας,

θα πρέπει να τιμήσωμεν και τις υπογραφές μας!

 

-Δώδεκα χρόνους κάναμε, υπομονή μ’ αλεύρι,

τώρα, παιδιά, σιγά, σιγά, κακό να μη μας εύρει!

 

Εντάξει, Κυριακούλη μου και σε καταλαβαίνω,

αλλά άλλους χρόνους δώδεκα, πρέπει να περιμένω;

 

Για κείνες τις περικοπές, που κάνατε αγρίως

και με ελιές και με ψωμί, τώρα περνώ κυρίως;

 

Έχω και τα χρονάκια μου, τον κόσμο πριν αφήσω,

δώσε μου μια αναπνοή κι ίσωωωως να σε ψηφίσω!

 

Δώσμου καμία αύξηση, γόνε του Μητσοτάκη,

μπας και αξιωθώ να πιω, κανένα τσιπουράκι!

 

Κι αν μ ’αγνοήσεις και θα ζώ, στα χάλια μου τα ίδια,

εγώ θα τρώω ψωμί κι ελιές…κι εσύ θ’ ακούς βρισίδια!