Στη σημερινή συνεδρίαση της Ολομέλειας του Ελληνικού Κοινοβουλίου με αντικείμενο την Κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, ο Βουλευτής Ν. Καβάλας και Τομεάρχης Δικαιοσύνης της Νέας Δημοκρατίας, Νίκος Παναγιωτόπουλος, τοποθετήθηκε από του βήματος της Βουλής και καταψήφισε στη συνέχεια την κύρωση της εν λόγω Συμφωνίας.

Στην ομιλία του ο κ. Παναγιωτόπουλος, διατύπωσε ξεκάθαρα τη θέση του για την εθνικά επιζήμια Συμφωνία:

«Ως Έλληνας Μακεδόνας, και υπερήφανος γι αυτό, οφείλω να δηλώσω ότι αυτή η Συμφωνία προσβάλει την εθνική μου συνείδηση.

Με τη Συμφωνία των Πρεσπών ανοίγει ο δρόμος για τη στοιχειοθέτηση της ύπαρξης «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα. 

Έτσι πραγματώνεται ο αλυτρωτισμός των γειτόνων, έτσι ανοίγουν οι ασκοί του Αιόλου.

Όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει».

Ο κ. Παναγιωτόπουλος, στη διάρκεια της ομιλίας του, εστίασε και σε ένα άλλο σημείο, στη θεωρία ότι η «μακεδονική γλώσσα» είχε αναγνωριστεί από την Ελλάδα το 1977, με κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας, κάνοντας αναφορά σε μία ενδιαφέρουσα δικαστική ιστορία με ιδιαίτερη σημασία. 

«Ο Άρειος Πάγος το 2009, με την απόφαση 1448, απέρριψε το αίτημα ίδρυσης Σωματείου στη Φλώρινα με τίτλο «Στέγη Μακεδονικού Πολιτισμού», στο καταστατικό του οποίου οριζόταν πως σκοπός του είναι, μεταξύ άλλων, η διατήρηση και καλλιέργεια της μακεδονικής γλώσσας "MAKEDONCKI" και γενικά η διάσωση και διάδοση Μακεδονικού πολιτισμού».

Ο Άρειος Πάγος στην απόφασή του, συνεχίζει ο κ. Παναγιωτόπουλος, καταλήγει:

«Δεν υπάρχει «μακεδονικό έθνος» και κατά συνέπεια, «μακεδονική γλώσσα» και «μακεδονικός πολιτισμός». Ούτε φυσικά υφίσταται στην Ελλάδα «μακεδονική μειονότητα». Είναι αυτονόητο, ότι ένα μωσαϊκό εθνοτήτων δεν μπορεί σε εξήντα χρόνια (από το 1944 έως το 2005 που συνεδριάζει το δικαστήριο) να αποκτήσει εθνολογική ταυτότητα, στηριζόμενο σε χαλκευμένα ιστορικά στοιχεία.

Στη σύνθεση του δικαστηρίου, ως εισηγήτρια της υπόθεσης, ήταν η Αρεοπαγίτης τότε Βασιλική Θάνου, η οποία, σήμερα, ως νομική σύμβουλος του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, τον παρακολουθεί, υποθέτω, να αναγνωρίζει την ύπαρξη «μακεδονικής γλώσσας» με τη Συμφωνία των Πρεσπών, ανατρέποντας βέβαια αυτά που η ίδια η δικαστής είχε νομολογήσει και που προφανώς δεν συντάσσονται με τη θεωρία ότι η «μακεδονική γλώσσα» είχε αναγνωριστεί από το 1977».

 

Η ομιλία του κ. Παναγιωτόπουλου παρατίθεται ακολούθως αναλυτικά:

«Άκουσα χτες απ’ αυτό τον Βήμα τον κ. Τσίπρα, πιο επηρμένο και ειρωνικό από ποτέ. Και υποθέτω ότι έτσι συμβαίνει σε κάποιον που φτάνει να συνομιλεί, αλλά και να συνεννοείται περισσότερο με τους ισχυρούς παίκτες της διεθνούς σκηνής, παρά με τον ελληνικό λαό. Να θριαμβολογεί αφενός και αφετέρου να μεταθέτει κάθε ευθύνη για το προϊόν της διαπραγμάτευσης που οδήγησε στη Συμφωνία στο παλιό σύστημα και ειδικότερα στη Νέα Δημοκρατία, μήπως προκύψει ότι τελικά και η Συμφωνία δεν θα προσφέρεται τόσο για θριαμβολογίες.

Ως Έλληνας Μακεδόνας όμως και περήφανος γ’ αυτό, κυρία Πρόεδρε, οφείλω να δηλώσω ότι αυτή η Συμφωνία προσβάλλει την εθνική μου συνείδηση, γιατί περιγράφει τον τόπο μου ως βόρεια περιοχή του πρώτου μέρους και δεν αισθάνομαι ούτε εγώ, ούτε άλλα δύο εκατομμύρια Ελλήνων Μακεδόνων ως κάτοικοι μιας βόρειας περιοχής, ενός πρώτου μέρους, γιατί στη Συμφωνία που φέρατε, ήταν λες και ντραπήκατε να αναφέρετε ότι υπάρχει και η ελληνική Μακεδονία. 

Πριν καλά-καλά, όμως, κυρωθεί αυτή η κακή Συμφωνία από την κυβερνητική Πλειοψηφία και τον αχταρμά των προθύμων Βουλευτών, έχουν ήδη παραβιαστεί οι  βασικοί όροι της από τους αντισυμβαλλόμενους Σκοπιανούς. Διότι η συνταγματική αναθεώρηση στη γειτονική χώρα δεν ολοκληρώθηκε μέχρι το τέλος του χρόνου, όπως ρητά ορίζει συγκεκριμένο άρθρο της και διότι το αναθεωρημένο Σύνταγμα της γείτονος με ενσωματωμένες και κωδικοποιημένες τις συμφωνημένες τροποποιήσεις στο κείμενο του δεν έχει κατατεθεί ακόμα στη Βουλή. Από το διαδίκτυο κατέβασε ο αρμόδιος Αναπληρωτής Υπουργός το κείμενο του προηγούμενου και του ισχύοντος Συντάγματος των Σκοπίων. 

Και η τυπολατρία, η προσήλωση στους τύπους, κύριε προλαλήσαντα  συνάδελφε, σε υποθέσεις εμβέλειας διεθνούς δικαίου καθίσταται και στοιχείο της ουσίας, πολύ σημαντικό στοιχείο της ουσίας. Ως εκ τούτου, σήμερα, ανήμερα της ψηφοφορίας, δεν ικανοποιείται ο βασικός όρος της Συμφωνίας, ήτοι πρώτα ολοκλήρωση όλων των συνταγματικών διαδικασιών στη FYROM και μετά η διαδικασία κύρωσης στη Βουλή των Ελλήνων. Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι οι Βουλευτές που προτίθενται να ψηφίσουν σήμερα υπέρ, δεν είναι σε θέση να επαληθεύσουν αυτή τη στιγμή τις τροποποιήσεις στο Σύνταγμα της γείτονος. Δίνουν δηλαδή λευκή επιταγή στα Σκόπια. Παραχωρούν όνομα, εθνική ταυτότητα και γλώσσα, έναντι ασαφών και δίχως οριστική απόδειξη ανταλλαγμάτων.

Ακόμα και ένα ακίνητο να αγοράσεις, κύριοι συνάδελφοι, υπογράφεις ένα συμβόλαιο αγοραπωλησίας, όπου περιγράφονται επακριβώς τα στοιχεία του ακινήτου. Όταν κανείς δεν ενδιαφέρεται να επαληθεύσει ακριβώς, με εξονυχιστικό έλεγχο του συμβολαίου, τα στοιχεία αυτού του ακινήτου, τότε δεν πρόκειται καν για αμέλεια, πρόκειται για επικινδυνότητα ως προς τα συμφέροντα της οικογένειας, ακόμα και για ανοησία έλεγα.

Αυτές τις μέρες η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας και ο Πρόεδρός μας ειδικά, αποδείξαμε πόσο κακή είναι η Συμφωνία σημείο προς σημείο. Επιτρέψτε μου να εστιάσω σε ένα επιμέρους σημείο και να το συνδέσω και με μια ενδιαφέρουσα δικαστική ιστορία που έχει και τη σημασία της. Ένα από τα πλέον κακά σημεία, λοιπόν, της Συμφωνίας είναι ότι παραχωρείται στη γείτονα η μακεδονική γλώσσα. Έτσι, αναιρείται με τη σύμπραξη της ελληνικής πλευράς το εθνικό επιχείρημα περί κατασκευασμένης γλώσσας που η ελληνική πλευρά επικαλούνταν για δεκαετίες. Η Κυβέρνηση πανηγυρίζει για την υποσημείωση που δηλώνει το αυτονόητο: νότια σλαβική διάλεκτος. Όμως, όλοι ξέρουμε ότι το αυτονόητο, ως υποσημείωση, σύντομα θα ξεχαστεί.

Όμως, ακούστε και αυτό: Υπάρχει μια απόφαση η 1448 του 2009 του Αρείου Πάγου. Αυτή έκρινε την αναίρεση που είχε ασκήσει το υπό ίδρυση Σωματείο -δεν έχει αναγνωριστεί- με την επωνυμία «Στέγη Μακεδονικού Πολιτισμού», εκεί πάνω στη Φλώρινα, με την οποία ζητούσε να ανατραπεί μια άλλη απόφαση του Εφετείου Δυτικής Μακεδονίας, η οποία είχε απορρίψει το αίτημα του Σωματείου να αναγνωριστεί επίσημα. Το ενδιαφέρον είναι ότι σε συγκεκριμένο άρθρο του Καταστατικού που προσκόμισε προς έγκριση το υπό ίδρυση Σωματείο οριζόταν μεταξύ άλλων ότι σκοπός του ήταν η διατήρηση και καλλιέργεια της μακεδονικής γλώσσας «Μακεντόνσκι». Στο σκεπτικό του το Εφετείο, το οποίο υποστήριξε μετά ο Άρειος Πάγος, αναφέρει ότι δεν υπάρχει «μακεδονικό έθνος» και, κατά συνέπεια, «μακεδονική γλώσσα» και «μακεδονικός πολιτισμός», ούτε φυσικά υφίσταται στην Ελλάδα «μακεδονική μειονότητα». Είναι αυτονόητο ότι ένα μωσαϊκό εθνοτήτων δεν μπορεί σε εξήντα χρόνια, εννοείται από το 1944 μέχρι το 2005 που εξεδόθη η απόφαση, να αποκτήσει εθνολογική ταυτότητα, στηριζόμενο σε χαλκευμένα ιστορικά στοιχεία. Με την απόφαση του δηλαδή, ο Άρειος Πάγος δέχθηκε το σκεπτικό του Εφετείου, απέρριψε την αναίρεση, δεν επέτρεψε την αναγνώριση Σωματείου με τον τίτλο «Στέγη Μακεδονικού Πολιτισμού».

Στη σύνθεση του δικαστηρίου, ως εισηγήτρια παρακαλώ της υπόθεσης, η Αρεοπαγίτης τότε κυρία Βασιλική Θάνου.

Καταθέτω την απόφαση στα Πρακτικά.

Και ανοίγω και μια παρένθεση μιας και μιλάω για την κυρία Θάνου. Η νομική σύμβουλος τώρα του Πρωθυπουργού, κυρία Θάνου, φωτογραφήθηκε μόλις χθες από τον πρώην κυβερνητικό εταίρο, κ. Καμμένο, ότι παρεμβαίνει στη Δικαιοσύνη. Είπε χθες ο κ. Καμμένος από το πιο επίσημο και δημόσιο βήμα της χώρας, αυτό της Ολομέλειας της Βουλής, «οι κυρίες σύμβουλοί σας, κύριε Πρωθυπουργέ, λένε στους δικαστές «άσ’ το αυτό για παρακάτω»».

Θεωρείτε ότι δεν είναι σοβαρό αυτό; Είτε είναι νύφη είτε γαμπρός, δεν με ενδιαφέρει, σε αυτόν τον παράξενο γάμο που έληξε πριν από λίγο. Το σίγουρο είναι το διαζύγιο είναι αιματηρό και ήδη παράγει άπλυτα που βγαίνουν στη φόρα.

Περιμένουμε, λοιπόν, αυτήν την ώρα την αντίδραση της ελληνικής δικαιοσύνης στις καταγγελίες ότι η νομική σύμβουλος Πρωθυπουργού «χτυπάει τηλέφωνα» σε δικαστές. Κλείνω την παρένθεση και τελειώνω.

Όταν η κυρία Θάνου δεν επικοινωνεί με δικαστές, παρακολουθεί υποθέτω τον Πρωθυπουργό να αναγνωρίζει την ύπαρξη «μακεδονικής γλώσσας», «makedoncki», με τη Συνθήκη των Πρεσπών που έφερε ανατρέποντας βέβαια αυτά που η ίδια η δικαστής είχε νομολογήσει. Δεν συντάσσεται προφανώς με τη θεωρία ότι η «μακεδονική γλώσσα» είχε αναγνωριστεί από τη Νέα Δημοκρατία από το 1977. 

Αύριο, όμως, ένας άλλος Έλληνας δικαστής θα έχει τα χέρια του δεμένα από αυτήν τη Συνθήκη και δεν θα μπορεί να κάνει διαφορετικά από το να αναγνωρίζει σωματεία που σκοπό τους έχουν τη διάδοση της γλώσσας «makedoncki». Και έτσι θα ανοίξει ο δρόμος για τη στοιχειοθέτηση της ύπαρξης «μακεδονικής μειονότητας» στην Ελλάδα, έτσι πραγματώνεται ο αλυτρωτισμός των γειτόνων, έτσι ανοίγουν οι ασκοί του Αιόλου. 

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ας αναλογιστούμε την ευθύνη μας απέναντι στην ιστορία, απέναντι στο παρελθόν και το μέλλον της χώρας και ας ψηφίσουμε ανάλογα. Όποιος δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει».